Κυριακή 31 Δεκεμβρίου 2017

Εικόνα των Θεοφανείων: «Ο Ιησούς Χριστός φέρων πτύον εν τη χειρί αυτού»

Ο Χριστός φέρων πτύον εν τη χειρί.
Εικόνα στη μονή Decani Σερβίας,
19ος αιών. Φωτο Μ. Quenot.
Κείμενο Γιώργου Τ. Αλεξίου.

Ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, τον καιρό που ασκήτευε στην έρημο της Ιουδαίας, κήρυττε στους Εβραίους την ερχόμενη Βασιλεία των Ουρανών, βάπτιζε τους μετανοούντες αμαρτωλούς στον Ιορδάνη ποταμό και στηλίτευε την κακία των υποκριτών Σαδδουκαίων και Φαρισαίων. Όταν είδε να προσέρχεται προς αυτόν για να βαπτιστεί ο αναμάρτητος Ιησούς Χριστός, τον αναγνώρισε, τον υπόδειξε στους ανθρώπους, και απευθυνόμενος προς τους παρευρισκόμενους Ιουδαίους είπε, μεταξύ άλλων, και τα εξής αποκαλυπτικά λόγια.
«Εγὼ μεν βαπτίζω υμάς εν ύδατι εις μετάνοιαν· ο δε οπίσω μου ερχόμενος ισχυρότερός μου εστίν, ού ουκ ειμὶ ικανὸς τα υποδήματα βαστάσαι· αυτός υμάς βαπτίσει εν Πνεύματι Αγίῳ και πυρί.
Ού το πτύον εν τη χειρί αυτού και διακαθαριεί τήν άλωνα αυτού, και συνάξει τον σίτον αυτού εις την αποθήκην, το δε άχυρον κατακαύσει πυρί ασβέστῳ.
(= Εγώ μεν σας βαπτίζω με νερό, δια να σας οδηγήσω εις την μετάνοια·εκείνος όμως που έρχεται έπειτα από εμέ, είναι ισχυρότερός μου και δεν είμαι εγώ άξιος ούτε τα υποδήματά του να βαστάσω. Αυτός θα σας βαπτίσει με Πνεύμα Άγιο και με το πυρ της χάριτος (που κατακαίει την αμαρτία, καθαρίζει δε και ζωογονεί την ψυχή).
Αυτός κρατεί στο χέρι του το φτυάρι και θα καθαρίσει πλήρως το αλώνι του·και το μεν σιτάρι του θα το συγκεντρώσει εις την αποθήκη (τους δικαίους δηλαδή και εναρέτους θα παραλάβει εις την βασιλεία του) το δε άχυρο θα το κατακαύσει εις άσβεστον πυρ, (δηλαδή τους αμετανοήτους αμαρτωλούς θα τους καταδικάσει εις την γέενναν του πυρός). Ακούσατέ τα αυτά Σαδδουκαίοι και Φαρισαίοι». (Ματθ. γ΄,11-12).
Ο Χριστός ως "Λυχνιστής".
Σχέδ. Φ. Κόντογλου.
Τα λόγια αυτά του Προδρόμου είναι πολύ σημαντικά, διότι αναφέρονται στη φρικτή Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, τον οποίον Κύριο παρουσιάζουν όπως πράγματι είναι – θα είναι, δηλαδή ως Δίκαιο και Φοβερό Κριτή.
Οι άγιοι Πατέρες και οι σοφοί Διδάσκαλοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας αναφέρουν πολλάκις και αναλύουν διεξοδικά στις συγγραφές τους τις προαναφερόμενες ρήσεις του αγίου Ιωάννου Βαπτιστού. Το ίδιο ακριβώς πράττουν και οι θεόπνευστοι Υμνογράφοι της στα σχετικά τροπάριά τους, καθώς επίσης και οι εμπνευσμένοι αγιογράφοι της στις ανάλογες εικονίσεις τους. Μία τέτοια εικόνιση είναι και η θεματική, την οποίαν περιγράφει ως ακολούθως ο Φώτης Κόντογλου:
«Ο Τίμιος Πρόδρομος προφητεύων περί του Χριστού.
Βουνά. Και ο Χριστός ιστάμενος μέσα εις ένα αλώνι στρογγυλόν και κρατών εις την δεξιάν φτυάρι. Και ο Πρόδρομος, δεικνύων αυτόν εις τους Ιουδαίους, κρατεί ειλητάριον οπού γράφει: Ού το πτύον εν τη χειρί αυτού και διακαθαριεί τήν άλωνα αυτού, και συνάξει τον σίτον αυτού εις την αποθήκην, το δε άχυρον κατακαύσει πυρί ασβέστῳ.
Η παράστασις αύτη ζωγραφίζεται πολλάκις και εις την Βάπτισιν του Χριστού, εις μίαν άκραν, όταν περισσεύει ο τόπος.
Η εικών φέρει ταύτην την επιγραφήν: ΟΥ ΤΟ ΠΤΥΟΝ ΕΝ ΤΗ ΧΕΙΡΙ ΑΥΤΟΥ»
(Έκφρασις, Β΄ έκδ. τόμ. Α', εκδ. Παπαδημητρίου, Αθήναι 1979, σελ, 372-3)
Ο άγιος Πρόδρομος. Εντός του
 λευκού κύκλου "το τσεκούρι στη
ρίζα του δέντρου" . Ματθ. 3,10.
Εδώ, μαζί με το παρόν κείμενο, παρουσιάζονται και δύο συμβολικές εικονίσεις του Ιησού Χριστού με την αναφερόμενη ιδιότητα τού “Λυχνιστή”,( δηλαδή να κρατάει στο χέρι Του ένα πτύον, ξύλινο φτυάρι αλωνισμού), και παρατίθενται δύο σχετικά αυτής τής ιδιότητάς Του τροπάρια, τα οποία ψάλλονται κατά τη μεγάλη εορτή των Φώτων.

Τροπάρια
1)         Κοσμά του Μελωδού. Κανών των Θεοφανείων. Ωδή ε΄.
Γεωργός ο και δημιουργός, μέσος εστηκώς ως εις απάντων, καρδίας εμβατεύει.
Καθαρτήριον δε πτύον χειρισάμενος, την παγκόσμιαν άλωνα πανσόφως διΐστησι, την ακαρπίαν φλέγων, ευκαρπούσιν αιώνιον, ζωήν χαριζόμενος.

2)         Ιωσήφ του Υμνογράφου. Μεθεόρτιο στιχηρό λβ΄ Φώτων.
Όρθρος φαεινός ανατείλας εξ ερήμου ήλιον Χριστόν προμηνύει τοις εν σκότει ιδού το πτύον φέρων ο κριτής παραγίνεται εκεί, ο πυρί βαπτίζων μόνος και φωτίζει τους αυτώ βοώνας Χριστός έρχεται…

Ο Χριστός Φοβερός Κριτής.
Εικόνα στο ναό Προδρόμου
Μαυριώτισσας, 16ος αιών.
Παρατήρηση. Η εξεταζόμενη εικονιστική παράσταση “του Ιησού Χριστού φέροντος το πτύον εν τη χειρί αυτού” είναι ως προαναφέρθηκε πολύ σημαντική, παρά τούτο όμως ιστορείται σπανίως στους ναούς της Ορθοδοξίας. To γεγονός αυτό δημιουργεί εύλογες σχετικές απορίες στους Θεολόγους-βυζαντινολόγους και είναι δυσερμήνευτο.

Σημείωση. Λιχνίζω = Πετάω με ξύλινο φτυάρι επάνω και αντίθετα στη φορά του αέρα το αλωνισμένο σιτάρι και το διαχωρίζω από το άχυρο.

Σάββατο 30 Δεκεμβρίου 2017

Μέγας Βασίλειος, η θεία και ιερά μέλισσα της εκκλησίας του Χριστού.

Σύνθεση Γιώργου Τ. Αλεξίου
Βύζαντος Απόστιχον Εσπερινού 1 Ιανουαρίου.
Ήχος α.
Ώ θεία και ιερά της Χριστού εκκλησίας μέλισσα, Βασίλειε παμμακάριστε,
συ γαρ του θείου πόθου τω κέντρω σεαυτόν καθοπλίσας
των θεοστυγών αιρέσεων τας βλασφημίας κατέτρωσας
και ταις ψυχαίς των πιστών ευσεβείας τον γλυκασμόν εθησαύρισας
και νυν τους θείους λειμώνας της ακηράτου δεχόμενος νομής
μνημόνευε και ημών παρεστώς την Τριάδα την ομοούσιον.

Ο  Μέγας Ιεράρχης Βασίλειος.
Τοιχογραφία στον Άγιο Γεώργιο Γέρμα, έτ. 1956.
Απόδοση στη Νεοελληνική (Γ.Τ.Α.)
Ώ θεϊκή και ιερή μέλισσα της εκκλησίας του Χριστού, παμμακάριστε Βασίλειε,
εσύ, καθώς εξόπλισες τον εαυτό σου με το κεντρί του θείου πόθου
τις βλασφημίες των θεομίσητων αιρέσεων διέλυσες
και στις ψυχές των πιστών το μέλι της ευσέβειας θησαύρισες
Και τώρα που απολαμβάνεις την αγνή τροφή του παράδεισου,
ευρισκόμενος μπροστά στην ομοούσια Αγία Τριάδα, μνημόνευε και τα ονόματά μας.

Ο Χριστός Παντοκράτωρ.
Παράσταση σε ασημένιο εξαπτέρυγο, 18ος αιών.

Γιαννούλη Χαλεπά. Η Προσευχόμενη.
Χρυσές μέλισσες. Μινωϊκό κόσμημα.
Περίπου 1900-1800 π.Χ.

Τρίτη 19 Δεκεμβρίου 2017

Χριστούγεννα, το χειμωνιάτικο Πάσχα!

Οι συναφείς και αλληλένδετες εικόνες
της Γεννήσεως και της Αναστάσεως του Χριστού.
 Εικόνες Χριστουγέννων και Πάσχα.
Κείμενο Γεωργίου Τ. Αλεξίου

«Κύριε,…προήλθες εκ του μνήματος, καθώς ετέχθης εκ της Θεοτόκου» (τροπάριο Όρθρου Πέμπτης Διακαινησίμου).

Η Γέννηση του Ιησού Χριστού στο σπήλαιο της Βηθλέεμ και η ένδοξη Ανάστασή Του απ’ τον τάφο αποτελούν αντιστοίχως την αρχή και το τέλος της επίγειας ζωής Του. Αυτά τα δύο κοσμοσωτήρια γεγονότα είναι συναφή και αλληλένδετα μεταξύ τους, καθόσον το πρώτο, δηλαδή η Γέννησή Του, αποτελεί προϋπόθεση πραγμάτωσης του δεύτερου, τουτέστιν της Ανάστασής Του. Αυτή η βέβαιη, ουσιώδης και αυταπόδειχτη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στη Γέννηση και την Ανάσταση του Κυρίου κοινοποιείται απ’ την Ορθόδοξη Εκκλησία στον κόσμο με ανάλογες ομιλίες αγίων Πατέρων της, με λειτουργικούς ύμνους και με ιερές εικόνες της, ενέπνευσε δε (η ουσιώδης σχέση) ορισμένους θεολόγους να θεωρήσουν και να πουν, ότι η Γέννηση του Χριστού αποτελεί μια χειμωνιάτικη Ανάσταση! Μερικές τέτοιες θέσεις και απόψεις, όπως οι προαναφερόμενες, παρουσιάζονται ενδεικτικά ακολούθως.
Η Γέννησις του Χριστού.
Η εικόνα ελήφθη απ' το Διαδίκτυο.
a)    Ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας διδάσκει σχετικώς:
«(Ο Ιησούς Χριστός) πήρε ένα φθαρτό σώμα για να καταστρέψει σ’ αυτό τη δύναμη του θανάτου και να το μετατρέψει (με την ανάστασή Tου) σε ζωή… Έτσι ενεδύθη τη σάρκα μας για να την ελευθερώσει από το θάνατο» (Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας. P.G. 72, 172).
b)        Ένα τροπάριο της Εκκλησίας μας αναφέρει τα εξής:
«Κύριε, ο τάφος σου ήταν σφραγισμένος απ’ τους παράνομους Εβραίους κι εσύ εξήλθες από το μνήμα, όπως ακριβώς γεννήθηκες από τη Θεοτόκο. Οι ασώματοί σου άγγελοι δεν κατάλαβαν πως σαρκώθηκες και οι στρατιώτες που σε φύλαγαν δεν αντιλήφθηκαν πως αναστήθηκες. Αυτά τα δύο, δηλαδή η ενσάρκωση και η Ανάστασή σου δεν κατανοούνται απ’ τους κοσμικούς ανθρώπους που τα εξετάζουν, γίνονται όμως ολοφάνερα αυτά τα θαύματα στους πιστούς που προσκυνούν το μυστήριο, το οποίο ανυμνούν, χάρισε μας την αγαλλίαση και το μέγα έλεος». (Τροπάριο Όρθρου Πέμπτης Διακαινησίμου. Μετάφραση Γ.Τ.Α.).
Η Γέννησις του Χριστού.
Τοιχογραφία σε ναό του Γιαννοχωρίου
Καστοριάς, 19ος - 20ος αιών.
c)         Η εικόνα της Ορθοδοξίας είναι, ως γνωστόν, έκφραση θεολογικών αληθειών μέσω των μορφών και των χρωμάτων της. Οι βυζαντινές εικόνες της Γέννησης του Χριστού και της Ανάστασής Του (της “Εις Άδου καθόδου”») συσχετίζονται, συνδιαλέγονται και αλληλοσυμπληρώνονται. Η μεταξύ τους μορφική, χρωματική και συμβολική αναλογία είναι εκπληκτική.
Η εικόνα της Γέννησης παρουσιάζει τη Θεοτόκο γονατιστή μέσα στο σπήλαιο τής Βηθλεέμ, και τον Χριστό ως νεογέννητο βρέφος επάνω στη φάτνη, να ακτινοβολεί και να διαλύει τα σκοτάδια. Παρουσιάζει επίσης στον ουρανό ένα αστέρι, και τις ακτίνες του να διαπερνούν την οροφή του σπηλαίου και να φωτίζουν το πρόσωπο του Χριστού.
Η “Κάθοδος στον Άδη” εμφανίζει τον Χριστό να σχίζει το φλοιό της Γης, να συντρίβει και να πατάει επάνω στις πόρτες του σκοτεινού Άδη, να φωτίζει τα πάντα με τη λάμψη Του και να σηκώνει τους Πρωτόπλαστους Αδάμ και Εύα από τον ύπνο του θανάτου.
Παρατηρώντας κι εξετάζοντας τις εν λόγω δύο εικόνες, της Γέννησης του Χριστού και της Ανάστασής Του, διαπιστώνουμε ότι σε αμφότερες, το Φως του Χριστού διαλύει τα σκοτάδια της αμαρτίας και του θανάτου. «Η άνοδος και η κάθοδος του Χριστού στην κατ’ εξοχήν εικόνα της Ανάστασης (της “Καθόδου στον Άδη”) εμφανίζεται και στην εικόνα της Γέννησης, εφ’ όσον ο Θεός εισέρχεται στο ανθρώπινο που οδεύει ανοδικά προς Αυτόν. Η δόξα του ανθρώπου περνάει από την “κένωση” του Θεού, ο οποίος τον αγαπάει με μια “υπερβολική αγάπη”, πέρα από την νόησή μας! Ξαπλωμένος πάνω στην φάτνη-τάφο του θυσιαστηρίου ο Νεογέννητος Χριστός μας ανοίγει το “πέρασμα”, Πάσχα χειμερινό! Κάθε χτύπημα εναντίον της ανθρωπότητας αγγίζει στο εξής προσωπικά τον ενσαρκωμένο μέσα στην ιστορία Χριστό και κομιστή της σάρκας μας. Ο Νέος Αδάμ δεν μπορεί λοιπόν παρά να μένει δίπλα στους καταπιεσμένους, στους καταδιωκόμενους, στις υπάρξεις που είναι συντετριμμένες από κάθε σύστημα. “Ενδύομαι το Χριστό” σημαίνει στο εξής κάνω δικά μου τα ενδιαφέροντα των φτωχών, αυτών που υποφέρουν ακόμα κι αν δεν μετέχουν στην πίστη μας. Ερχόμενος να σώσει όλους τους ανθρώπους και όχι μόνο τους δικαίους, αφήνει τα ενενήντα εννέα πρόβατα για να αναζητήσει αυτό που χάθηκε» (Michel Quenot, Η Ανάσταση και η Εικόνα, εκδ. Τέρτιος, Κατερίνη 1998, σελ. 195).
Τοιχογραφία της Γεννήσεως του Χριστού
στον Άγιο Γερμανό Πρεσπών, έτ. 1743.
d)        Το παρόν κείμενο θα κλείσει με ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα απ’ το βιβλίο “Η Ανάσταση και η Εικόνα” του Michel Quenot.
«Με τη γέννηση του Εμμανουήλ (= ο Θεός μαζί μας) η απομόνωσή μας τελειώνει, μπορούμε να γνωρίσουμε την ειρήνη της καρδιάς… Για να γεννηθεί όμως και να μεγαλώσει σ’ εμάς ο Λόγος, που γίνεται σάρκα, οφείλει να εισέλθει στη σάρκα μας, να την ζωογονήσει. Τα μάτια μας οφείλουν να γίνουν τα μάτια Του, η καρδιά μας, η καρδιά Του, το στόμα μας, το στόμα Του, τα χέρια μας, τα χέρια Του. Απ’ εδώ προέρχεται και η αναγκαιότητα της πνευματικής άσκησης, της προσωπικής προσπάθειας, της μεταμέλειας και των δακρύων, που θα μας παρέχουν το δώρο του Αγίου Πνεύματος. Με την Ανάσταση, η Ενσάρκωση μπορεί λοιπόν να προκαλέσει σύγκρουση στον κόσμο (χώρος) και την ιστορία (χρόνος).
«Κατίδωμεν το εν σπηλαίω μέγα μυστήριον, ήνοικται γαρ η Εδέμ, εκ Παρθένου Αγνής Θεού προσερχομένου, υπάρχοντος τελείου του αυτού, εν Θεότητι και ανθρωπότητι» (Ιδιόμελον Αποστίχων Εσπερινού Παραμονής Χριστουγέννων).
«Πως εξείπω το μέγα Μυστήριον; Ο άσαρκος σαρκούται, ο Λόγος παχύνεται, ο αόρατος οράται, και ο αναφής ψηλαφείται, και ο άναρχος άρχεται. Ο Υιός του Θεού, Υιός ανθρώπου γίνεται» (Ιδιόμελον Αποστίχων Εσπερινού 26ης Δεκεμβρίου)
Η Ανάστασις (Η εις Άδου Κάθοδος).
Εικόνα στο Χιλιόδενδρο Καστοριάς,
19ος αιών;
Ήν το Φως το αληθινόν (…) και ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν» (Ιωάν. 1,9 και 14)
Μέσα στη σιωπή και τη γενική άγνοια ο Θεός ξανασυναντά στην καρδιά των σκοταδιών τον αποκλεισμένο απ’ τον Παράδεισο άνθρωπο. Χειμωνιάτικο Πάσχα είναι η Γέννησή Του, ανασκευάζει την αμαυρωθείσα εικόνα, την αναδημιουργημένη ανθρωπότητα, η οποία από εδώ και στο εξής αναγεννάται και ανασταίνεται μαζί Του» (σελ. 197-198).

ΣΗΜΕΙΩΣΗ. Το παρόν κείμενο στηρίζεται στη σημαντική μελέτη του Ελβετού Ορθόδοξου Ιερέα και Θεολόγου Michel Quenot περί της βυζαντινής εικόνας της Γέννησης του Χριστού, που περιλαμβάνεται στο βιβλίο του, Η Ανάσταση και η Εικόνα, εκδ. Τέρτιος, Κατερίνη 1998, σελ. 185-198.

Ο Χριστός στη νοητή φάτνη της καρδιάς
του αγίου Μηνά. Τοιχογραφία
σε ναό της Καστοριάς. 12ος αιών.

Η Γέννησις. Βυζαντινή εικόνα
ευρισκόμενη στη Βενετία.



Κυριακή 17 Δεκεμβρίου 2017

Η Παναγία Βλαχερνίτισσα, η κυοφορούσα Παρθένος.

Η Παναγία Βλαχερνίτισσα, η κυοφορούσα Παρθένος
στο ναό Αγίων Αποστόλων του Τζώτζα, Καστοριάς.
Τοιχογραφία έτους 1547.
Κείμενο Γεωργίου Τ. Αλεξίου

Εισαγωγικά

Η «τον Εμμανουήλ εν αφθάρτω κοιλία φέρουσα»
 Η εικονογραφία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας είναι, ως γνωστόν, μία τέχνη ιερή και λειτουργική, με θεολογική έννοια και μυσταγωγικό περιεχόμενο. Οι θεόληπτες και θεόπνευστες εικόνες της, καθώς και οι μεγαλόπνοες εικαστικές συνθέσεις της αποτελούν, ως μονάδες και ως σύνολο, μία ιδιότυπη συμβολική γλώσσα, που εκφράζει άριστα, με απλά και στοιχειώδη μέσα, τα υψηλά δόγματα του Χριστιανισμού και τις Ουρανόπεμπτες εντολές του. Οι πλέον σημαντικές εικόνες της Ορθοδοξίας είναι εκείνες του Χριστού (Δεσποτικές) και της Παναγίας (Θεομητορικές), διότι παρουσιάζουν στον πιστό τα δύο αγιότερα Πρόσωπα της Οικουμένης και ό,τι ανώτερο και αληθινό αυτά εκφράζουν - αποκαλύπτουν - πιστοποιούν και προβάλλουν, δηλαδή το δόγμα της Ενανθρώπισης του Θεού («Ο Θεός γέγονεν άνθρωπος») και τον σκοπό της Ενσάρκωσής Του («ίνα ο άνθρωπος γένηται Θεός»).
Η Βλαχερνίτισσα, η επίτοκος Παναγία.
Τοιχογραφία στην κόγχη του Αγίου Βήματος
του ναού Παναγίας Πορφύρας Πρεσπών, έτ. 1745.
Στις προαναφερόμενες σημαντικές εικόνες πρωτεύουσα θέση κατέχουν, ως προς τον συνθετικό τους υψηλό συμβολισμό, αυτές που παρουσιάζουν την Παρθένο Μαρία μετωπική, ολόσωμη ή σε προτομή, να φέρει στο στήθος της μετάλλιο με την παράσταση του Χριστού ως Εμμανουήλ (= Θεάνθρωπο εφηβικής ηλικίας). Οι εν λόγω εικόνες της Θεομήτορος ανήκουν στον λεγόμενο εικονιστικό τύπο της Παναγίας Βλαχερνίτισσας ή Βλαχερνιώτισσας,1 ο οποίος θα μας απασχολήσει εν συντομία στο κείμενο που ακολουθεί.

Η εικόνα της Παναγίας Βλεχερνίτισσας. Η προέλευση του τύπου της και οι συμβολισμοί του.
Η εικονιστική παράσταση της Παναγίας Βλαχερνίτισσας ανάγει την αρχή της στους Πρωτοχριστιανικούς χρόνους. Η παλαιότερη ανάλογη σύνθεση βρέθηκε στη Ρωμαϊκή κατακόμβη του Cimitero Maggiore και χρονολογείται στον 4ο αι2. Την ονομασία της Βλαχερνίτισσα την πήρε από μία θαυμάσια και θαυματουργό ομοιότυπη εικόνα, που βρισκόταν κατά τους βυζαντινούς χρόνους στην ομώνυμη εκκλησία της Κωνσταντινούπολης3. Η ίδια σύνθεση στη Δύση και στη Ρωσία είναι γνωστή ως Holy Virgin of the Sign (= Αγία Παρθένος του Σημείου), γιατί ο Χριστός στο προστήθιο μετάλλιο της Παναγίας ανακαλεί το "σημείον" της Προφητείας του Ησαΐα: «δώσει Κύριος αυτός υμίν σημείον ιδού η Παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν και καλέσεις το όνομα αυτού Εμμανουήλ» (VII, 14)4. Για την προέλευση, την πρωτοτυπία και την ποιότητα του εικονογραφικού τύπου της Βλαχερνίτισσας αναφέρει τα εξής γενικά ο διαπρεπής φιλόσοφος, ιστορικός τέχνης και συγγραφέας Titus Burckhardt (1908-1984):
«...Κάποιοι άλλοι τύποι εικόνας - όπως αυτή της Holly Virgin of the Sign, που παριστάνει την Αγία Παρθένο σε στάση προσευχής (Βλαχερνίτισσα)...είναι πειστικοί (ως πρότυπα καθαγιασμένα απ’ την Παράδοση, ως αυθεντικά και παγιωμένα πρωτότυπα, που επιτρέπουν την αναπαραγωγή τους με τρόπο πιστό στο νόημα τους), παρά την απουσία οποιασδήποτε πληροφορίας που να καθορίζει την προέλευση τους, λόγω της πνευματικής τους ποιότητας και του έκδηλου συμβολισμού τους, ο οποίος μαρτυρεί την «ουράνια» προέλευση τους. Κάποιες παραλλαγές αυτών των πρωτοτύπων έχουν "αγιοποιηθεί" στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία, λόγω των θαυμάτων που έλαβαν χώρα με τη μεσολάβηση τους, ή εξ αιτίας της δογματικής και πνευματικής τελειότητάς τους»5.
Αξιόλογο βιβλίο αναφερόμενο
στην Παναγία Βλαχερνίτισσα
Κωνσταντινουπόλεως
Η παράσταση της Παναγίας Βλαχερνίτισσας στην εικονογραφία της Ορθοδοξίας αποτελεί παραλλαγή του τύπου της Πλατυτέρας και γι’ αυτό ιστορείται κυρίως στις ανατολικές κόγχες και αψίδες των ιερών ναών μας. Ο εν λόγω τύπος δεν αναφέρεται στην Βρεφοκρατούσα, καθόσον ο εντός του υπόψη μεταλλίου εικονιζόμενος Χριστός είναι ακόμη «ο εν γαστρί Θεός Λόγος», γι’ αυτό και δεν κρατιέται απ’ την Παναγία, αλλά στέκεται μετέωρος μπροστά στο στήθος της6. Ο χαρακτήρας του παραπάνω μεταλλίου είναι, σύμφωνα με τον Α. Grabar, συμβολικός κι έχει τη σημασία της αόρατης παρουσίας του Χριστού7. Ως εκ τούτου, η Θεοτόκος, που παριστάνεται έχοντας σε προστήθιο εγκόλπιό της την εικόνα του Χριστού, είναι η Παρθένος της Σύλληψης, η κυοφορούσα Παναγιά, την οποία εγκωμιάζει ως εξής ο Επιφάνιος Κωνσταντίας της Κύπρου:
«Ω Παρθένε... Τον Εμμανουήλ εν αφθάρτω κοιλία φέρουσα, εις γαστέρα αμόλυντον, αφομοιουμένη θρόνω χερουβικώ- εις ην ο Λόγος του Πατρός σαρξ εγένετο, ο άναρχος και αόρατος·ορατός οικονομικώς, ο ενανθρωπίσας Θεός... Ω Παρθένε, φρικτόν της Εκκλησίας κειμήλιον, το μέγα τυχόν μυστήριον, ...ήτις τραπεζοφορούσα τον ουράνιον άρτον Χριστόν έδωκεν ημών εις άφεσιν αμαρτιών. Ω γαστήρ αμόλυντος ουρανόν κύκλον έχουσα, και Θεόν αχώρητον, εν σοι δε χωρητόν βαστάσασα. Ω γαστήρ ουρανού πλατυτέρα, Θεόν τον εν σοι μη στενοχωρήσασα. Ω γαστήρ επτάκυκλος ουρανός, και μειζοτέρως αυτών τυγχάνουσα. Ω γαστήρ επτά ουρανών υψηλότερα και πλατυτέρα. Ω γαστήρ ο όγδοος ουρανός στερεωμάτων ανωτέρα. Ω γαστήρ επταφώτου χάριτος το άσβεστον έχουσα φως. Τι είπω, ή τί λαλήσω περί της σεμνής και αγίας Παρθένου;... Λέγω δε ταύτην ουρανόν και θρόνον ομού τε και σταυρόν τας γαρ αγίας αγκάλας εκτείνασα, τον Δεσπότην εβάστασεν ο θρόνος χερουβικός, σταυροδειδής ουράνιος...»8.
Για τον υψηλό συμβολισμό της Βρεφοκρατούσας Παναγίας, γενικά, και της Βλαχερνίτισσας, ειδικότερα, σημειώνει τα εξής, ο προαναφερόμενος Γερμανοελβετός Titus Burckhardt: «...Μαζί με την αχειροποίητο εικόνα του Χριστού, αυτή της Παρθένου με το βρέφος είναι εικόνα par excellence (= πρότυπο, πρωτότυπη). Η απεικόνιση του Βρέφους, η φύση του οποίου είναι μυστηριακώς θεία, δικαιολογείται κατά μία έννοια από τη φύση της Μητρός Του, η οποία το ενέδυσε με τη σάρκα Της. Έτσι, γίνεται εμφανής μια αντίθεση μεταξύ των δύο μορφών, γεμάτη από φυσική ελκυστικότητα, αλλά κυρίως από ανεξάντλητη σημαντικότητα: η φύση του Βρέφους εκλαμβάνεται σε σχέση με τη φύση της Μητρός Του, σαν να υπάρχει μέσω της φύσεως Αυτής·αντιστρόφως, η παρουσία του Θείου Βρέφους, με τις ιδιότητες Του της βασιλείας ή της σοφίας - ή του μελλοντικού Πάθους Του - προσδίδει μία απρόσωπη και βαθιά διάσταση στη μητρότητα. Η Παρθένος είναι το πρότυπο της ψυχής στην κατάσταση της πρωταρχικής αγνότητας, και το Βρέφος είναι σαν το σπέρμα του Θείου Φωτός στην καρδιά.
Αυτή η μυστική σχέση μεταξύ της Μητρός και του Βρέφους, βρίσκει την απώτατη έκφραση της στη Holly Virgin of the Sign, τα παλαιότερα δείγματα της οποίας χρονολογούνται από τον τέταρτο και πέμπτο αιώνα" η Παρθένος εικονίζεται σε στάση προσευχής με τα χέρια της υψωμένα και με το μετάλλιο του νεαρού Χριστού Εμμανουήλ στο στήθος της. Αυτή είναι «η Παρθένος που θα βρεθεί με το Βρέφος», σύμφωνα με τον Προφήτη Ησαΐα, και επίσης η Προσευχόμενη Εκκλησία, η ψυχή στην οποία ο Θεός θα εκδηλώσει τον Εαυτό του»9.

Επιλογικά
Η Ορθόδοξη Εκκλησία διδάσκει, ότι οι σεπτές εικόνες της αποτελούν μία ιδιότυπη συμβολική γλώσσα, που εκφράζει άριστα τα θεία δόγματα και τις εντολές της. Αυτό ισχύει επειδή υπάρχει απόλυτη ανταπόκριση ανάμεσα στην εικονογραφία της και στα κείμενα της Αγίας Γραφής. Τέλειο δείγμα της προαναφερόμενης ανταπόκρισης αποτελεί και ο εδώ εξεταζόμενος εικονογραφικός τύπος της Βλαχερνίτισσας, ο οποίος παρουσιάζει καλύτερα από κάθε άλλον ανάλογον τύπο την Παναγία μας, με την υψηλότερη της ιδιότητα, δηλαδή ως Θεοτόκο, όπως ακριβώς την παρουσιάζουν και τα Ιερά βιβλία της Εκκλησία μας10.

Σημειώσεις
1)    Βλ. Φωτίου Κόντογλου, Έκφρασις, Β΄ έκδ., τόμ. Α΄, Αθήναι 1979, σελ. 80.
2)    Βλ. Titus Burckhardt, Η Ιερή τέχνη σε Ανατολή και Δύση, εκδ. "Πεμπτουσία", Αθήνα 1991, σελ. 88, σημ. 30.
3)    Η εκκλησία αυτή οικοδομήθηκε το έτος 450 απ’ τον αυτοκράτορα Μαρκιανό και πυρπολήθηκε το 1434. Εντός της υπήρχε η θαυματουργός εικόνα της Παναγίας Βλαχερνίτισσας, ενώπιον της οποίας ψάλθηκε το 629, για πρώτη φορά, ο Ακάθιστος Ύμνος. Στην ίδια εκκλησία φυλάγονταν ακόμη, η Τίμια Ζώνη και η Εσθήτα της Θεοτόκου, καθώς και το Άγιο Μανδήλιο του Χριστού, ενώ στο υπόγειο της υπήρχε το "Άγιο Λούμα" (Αγίασμα). Βλ. Εγκυκλ. "Πάπυρος-Λαρούς", τόμος 11ος, Αθήνα 1963, σελ. 388.
4)    Βλ. Πέτρου Κ. Σαμσάρη, Συμβολή στην απεικόνιση της Παναγίας, περιοδ. "ΣΙΡΙΣ", τόμ. 3ος.
5)    Βλ. Τ. Burckhardt, ό.π., σελ. 74-77.
6)    Βλ. Πέτρου Κ. Σαμσάρη, ό.π., σελ. 44-46.
7)    Βλ. Α. Grabar, Iconographie de la Sagesse Divine et de la Vierge, "Cahiers Archeologiques" 8, (1956) 259-260.
8)    Migne 43, 497-499.
9)    ό.π., σελ. 82-83.
10)     «Ομολογούμεν την αγίαν Παρθένον Θεοτόκον δια τον Θεόν Λόγον σαρκωθήναι και ενανθρωπήσαι, και εξ αυτής της συλλήψεως ενώσαι εαυτώ τον εξ αυτής ληφθέντα ναόν» (Δευτέρα εν Κωνσταντινουπόλει Οικουμενική Σύνοδος. Παρά Mansi V, 303).

Δευτέρα 4 Δεκεμβρίου 2017

Ο Ιησούς Χριστός γεννήθηκε – γεννιέται την ημέρα Τετάρτη του Λειτουργικού χρόνου.

Γράφει ο Γιώργος Τ. Αλεξίου
Η Αγία του Χριστού Γέννησις.

Η κοσμοσωτήριος γέννηση του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού από την Παρθένο Μαρία είναι καταγραμμένη πολύ γλαφυρά στην Καινή Διαθήκη από τους ιερούς Ευαγγελιστές Ματθαίο (Ματθ. α΄, 18. β´, 1 - 12) και Λουκά (Λουκ. β´, 1 - 20). Οι Ευαγγελιστές αυτοί όμως δεν αναφέρουν στις εν λόγω ιερές καταγραφές τους την ακριβή ημερομηνία γέννησης του Χριστού, ούτε και την ημέρα της εβδομάδας που συνέβη αυτή (η γέννηση). Εκ του λόγου τούτου, οι Άγιοι Πατέρες και Θεολόγοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας αναγνώρισαν συμβατικά και συμβολικά και καθιέρωσαν, κατά το έτος 376, ως ημερομηνία γέννησης του Ιησού Χριστού την 25η Δεκεμβρίου. Ταυτόχρονα, προσδιόρισαν και καθόρισαν ως ημέρα της αναφερόμενης Θείας Γέννησης την Τετάρτη του εβδομαδιαίου λατρευτικού κύκλου, του λειτουργικού χρόνου της Εκκλησίας μας.
Ο προαναφερόμενος καθορισμός του εορτασμού της γέννησης του “Ήλιου της Δικαιοσύνης” Χριστού την 25η Δεκεμβρίου έγινε εις αντικατάσταση και αναπλήρωση του εορτασμού της γέννησης του Θεού Ήλιου, που τελούσαν κατά τη ημερομηνία αυτή οι ειδωλολάτρες Ρωμαίοι. Συνάμα, ο προσδιορισμός και καθορισμός της Τετάρτης ως της ημέρας που γεννήθηκε ο Χριστός έγινε βάσει της παράλληλης συμβολικής σχέσης που αναγνωρίζεται ότι υπάρχει ανάμεσα στην εβδομάδα της Δημιουργίας του Κόσμου και στην Εβδομάδα της Σωτηρίας (τη Μεγάλη Εβδομάδα). Βάσει αυτής της σχέσης λοιπόν, η γένεση του Ήλιου και της Σελήνης που έγινε κατά την τέταρτη ημέρα της Δημιουργίας (την Τετάρτη), αντιστοιχεί με τη γέννηση του Χριστού, η οποία πρέπει να έγινε οπωσδήποτε μία ημέρα Τετάρτη.
Εκτενέστερη και πιο εμπεριστατωμένη ανάλυση και τεκμηρίωση του εδώ παρουσιαζόμενου θέματος υπάρχει στα ακολούθως παρατιθέμενα δύο αποσπασματικά κείμενα του Ελβετού Ορθόδοξου Ιερέα και αξιόλογου επιστήμονα Michel Quenot:
«…Ο άγνωστος συγγραφέας μιας ανατολικής ομιλίας που αφορά την ημερομηνία του Πάσχα το έτος 387 (SC. Cerf 1957), προσπαθεί να αποδείξει ότι η επιλογή των καιρών από τον Χριστό δεν ήταν τυχαία. Υπάρχει μάλλον ένας παραλληλισμός ανάμεσα στην Εβδομάδα της Δημιουργίας και στην Εβδομάδα της Σωτηρίας (Μεγάλη Εβδομάδα). Κάτω από αυτό το πρίσμα, η πρώτη ημέρα της δημιουργίας, η Κυριακή αντιστοιχεί στην Ισημερία, όπου η ημέρα και η νύχτα είναι ίσες. Η τέταρτη ημέρα (Τετάρτη) είναι η ημέρα της δημιουργίας της σελήνης και του ήλιου, η έκτη (Παρασκευή) της δημιουργίας του άνθρωπου, η έβδομη (Σάββατο) η ανάπαυση του Θεού, ενώ η 8η μας επιστρέφει στην πρώτη, που είναι η "Μοναδική ημέρα", "αύτη η ημέρα ην εποίησεν ο Κύριος, αγαλλιασώμεθα και ευφρανθώμεν εν αυτή" (Ψαλμ. 118, 24).
Τοιχογραφία της Γεννήσεως του Χριστού, έτ. 1743,
στο ναό Αγίου Γερμανού Πρεσπών.
Ιδομένη συμβολικά ως ημέρα της δημιουργίας του ανθρώπου, αλλά επίσης και της πτώσης, η Παρασκευή είναι η ημέρα του θανάτου του Χριστού, ο οποίος εξυψώνει την δημιουργία. Ο Θεός αναπαύεται από το έργο Του το Σάββατο (Γέν. 2,2), που δεν είναι άλλη ημέρα, από την ημέρα όπου ο Χριστός κείτεται στον τάφο Του, διότι "τετέλεσται" (Iωάν. 19,30). Στην πρώτη ημέρα (Κυριακή) της δημιουργίας του αδύναμου φωτός αντιστοιχεί η Ανάσταση, νέα δημιουργία, όπου πλημμυρίζει το πνευματικό φως.
Να προσθέσουμε, τέλος, ότι αν ο Ευαγγελισμός τοποθετείται στην ισημερία της Άνοιξης και αντιστοιχεί στην πρώτη ημέρα της Δημιουργίας, τα Χριστούγεννα αντιστοιχούν με την τέταρτη ημέρα, όπου το φώς διαπερνά την νύχτα. Όπως η σελήνη ρίχνει το φως της, ο Χριστός είναι πράγματι "ο άλλος ήλιος" που "εσκήνωσεν εν ημίν, και εθεασάμεθα την δόξαν αυτού" (Ιωάν. 1,14).
Στην βυζαντινή Λειτουργία, το πρώτο ανάγνωσμα του Εσπερινού της ημέρας των Χριστουγέννων επαναλαμβάνει την ιστορία της δημιουργίας του κόσμου (Γεν. 1, 1-13) μέχρι το εξής σημείο: "και εγένετο εσπέρα και εγένετο πρωί, ημέρα τρίτη". Ξεκάθαρη ένδειξη ότι τα Χριστούγεννα αντιστοιχούν πράγματι στην τέταρτη ήμερα, προμήνυμα της όγδοης ημέρας, η οποία ξεφεύγει από τα σκότη, αφού πλημυρίζει από το φώς του Αναστάντος… (Η Ανάσταση και η Εικόνα, εκδ. Τέρτιος, Κατερίνη 1992, σελ. 53).
Το αναφερόμενο στο εδώ κείμενο
βιβλίο του Michel 
Quenot
 
…Όλη η ανθρώπινη ιστορία μαρτυρεί τη μοναδικότητα του Χριστού, όπως το αποδεικνύει ο διαχωρισμός στο χρόνο πριν και μετά τον ερχομό Του στον κόσμο. Πριν ανατρέξουμε στον πλούτο που προσφέρουν τα λειτουργικά κείμενα, αξίζει να λάβει κανείς υπ’ όψιν την πραγματική σχέση ανάμεσα στον λειτουργικό και τον κοσμικό χρόνο. Το λειτουργικό ημερολόγιο τοποθετεί τη Γέννηση συμβολικά μία Τετάρτη, δηλαδή την τετάρτη ημέρα της δημιουργίας, όταν το φεγγάρι εισχωρεί μέσα στη νύχτα, στο μέσον ακριβώς της χειμερινής ισημερίας. Και σιγά - σιγά η ημέρα κερδίζει τα σκοτάδια μέχρι το Πάσχα, όπου όλα γεμίζουν με φως, όπου το κακό νικιέται. Η ίδια η διήγηση της Γένεσης (1, 14), που διαβάζεται στον Εσπερινό της Γέννησης και των Θεοφανείων και της Ανάστασης, περιγράφει τη δημιουργία μέχρι την εμφάνιση του φωτός από τις λαμπάδες της εκκλησίας. Τί διδασκαλία!
Τα λειτουργικά κείμενα θα άξιζαν περισσότερο από μία γρήγορη εξέταση. Βυθιζόμενος σ’ αυτά ο αναγνώστης διαπιστώνει ότι η Γέννηση μνημονεύεται ευρέως τις πέντε προηγούμενες ημέρες της εορτής. Η αποστολική επιστολή προς Εβραίους (1, 1-12), πού διαβάζεται την ημέρα των Χριστουγέννων, απαιτεί μία προσεκτική ανάγνωση- όσον αφορά τη Γέννηση, είναι η μόνη εορτή με τα Θεοφάνεια και το Πάσχα, που κατέχει βασιλικές Ώρες, οι όποιες είναι εξ άλλου επιτήδεια τοποθετημένες στη σειρά. (ό.π., σελ. 190-191).

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Σημ. 1η. Λειτουργικός χρόνος.
Ο Λειτουργικός χρόνος της Εκκλησίας μας είναι ιερός και άγιος και διαφέρει απ’ τον κοσμικό χρόνο. Νοείται (ο Λειτουργικός χρόνος) ως ένα διαρκές και αιώνιο παρόν και θεωρείται πρόγευση της “μελλούσης” ζωής που αρχίζει απ’ την παρούσα. Ο χρόνος αυτός σηματοδοτείται από τις εορτές και τους λατρευτικούς κύκλους (ημερήσιο, εβδομαδιαίο, ετήσιο). Ο Xριστιανός που συμμετέχει στη λατρευτική ζωή της εκκλησίας βιώνει τα λυτρωτικά γεγονότα της Ιεράς Ιστορίας ως παρόντα, επαναλαμβανόμενα και συναπτόμενα με την αιωνιότητα: “ Σήμερον ο ουρανού και γης Ποιητής, παραγίνεται σαρκὶ εν Ιορδάνῃ…”, “Σήμερον κρεμάται επί ξύλου ο εν ύδασι την γην κρεμάσας…
Σημ. 2η. Michel Quenot.
Ο Michel Quenot είναι Ελβετός. Γεννήθηκε το έτος 1941 και χειροτονήθηκε Ορθόδοξος ιερέας στο Φρίμπουργκ της Ελβετίας. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με το συμβολισμό και τη θεολογία των ιερών εικόνων της Ανατολικής Εκκλησίας. Συνέγραψε αρκετά σημαντικά βιβλία, που είναι έξοχα τεκμηριωμένα και εικονογραφημένα. Αρκετά έχουν μεταφραστεί στην Ελληνική και κυκλοφορούν στη χώρα μας.
Η Γέννηση του Χριστού σε τοιχογραφία του 17ου αι.
στην Παναγία Κουμπελίδικη Καστοριάς.
Φωτο Κ. Χουλιαρά.


Στο παραλίμνιο Απόζαρι Καστοριάς.

Τετάρτη 29 Νοεμβρίου 2017

Η σκαμιά του Αγιαντρά. {: H συκαμινιά, η μουριά του ναού Αγίου Αντρέα Καστοριάς}.

Ο Πρωτόκλητος Απόστολος Ανδρέας
και ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός.
Τοιχογραφία στον ιερό  ναό Αγίου Ανδρέα
και  Αγίου Κοσμά Αιτωλού, ενορίας Καρύβη.
 
    Κείμενο Λουκά Χ. Σιάνου.

    Στο κοινό περιβόλι των Αγιανάργυρων και του Αγιαντρά, στο Ντουλτσό, πίσω ακριβώς από το σπίτι του Τάγκανα, είναι μια σκαμνιά (= συκαμια, μουριά) που σχετίζεται με την παράδοση και την ιστορία, πως απ’ αυτήν πάνω ο Άη-Κοσμάς ο Αιτωλός έκαμε το χριστιανικό του κήρυγμα στους Καστοριανούς. Η παράδοση μάλιστα αναφέρει, πως ένα αποτύπωμα μιας πατησιάς στο κορμό της σκαμνιάς, είναι του Άγιου Κοσμά, όταν αυτός στα 1760 από το «βήμα» αυτού του δέντρου έκαμε το κήρυγμά του, περιοδεύοντας στη Μακεδονία, τη Θεσσαλία, τα Επτάνησα και την Ήπειρο.
    Η σκαμνιά αυτή που σήμερα βρίσκεται (σ.σ. βρισκόταν, δεν βρίσκεται πλέον) σ’ ένα περιβάλλον απόμερο και σχεδόν απόκρυφο, είναι αθέατη από κάθε διαβάτη Καστοριανό ή επισκέπτη ξένο. Σαν δέντρο που ζει τώρα πάνω από δυο αιώνες και συνδέεται με την παράδοση και την ιστορία της περιοδείας και του θείου κηρύγματος του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, θα πρέπει με την φροντίδα του Δήμου ή της Μητρόπολης ή κάποιου Πολιτιστικού Συλλόγου να περιφραχτεί, να διαμορφωθεί κατάλληλα ο γύρω χώρος, ακόμα και να αναρτηθεί κάποια σχετική πινακίδα, ώστε να είναι θεατή και να θυμίζει στους Καστοριανούς της κάθε γενιάς, μα και στους ξένους επισκέπτες, πως απ’ εδώ πέρασε και κήρυξε ο ιερομάρτυρας και ισαπόστολος Κοσμάς ο Αιτωλός.

(Απ’ το βιβλίο του «Καστοριανές εικόνες, Παλιά Καστοριά – Λαογραφία», επανέκδοση Μ-Φ/Σ Καστοριάς “Αρμονία”, 2006, σελ. 50-51).
   
Ο ναός του Αγίου Ανδρέα και Αγίου Κοσμά του Αιτωλού
ενορίας Καρύβη  (Ντολτσό) Καστοριάς. έτ. 1746.

Απολυτίκιον Αποστόλου Ανδρέα. Ήχος δ΄.
Ως των Αποστόλων Πρωτόκλητος
και του κορυφαίου αυτάδελφος,
τον Δεσπότην των όλων, Ανδρέα, ικέτευε,
ειρήνην, τη οικουμένη δωρήσασθαι
και ταις ψυχαίς ημών το μέγα έλεος.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ. Ο ναός του Αγίου Ανδρέα ενορίας Καρύβη είναι συναφιερωμένος απ' τους ευσεβείς Καστοριανούς και στον άγιο Κοσμά τον Αιτωλό, επειδή κήρυξε σ΄ αυτόν.


Εικόνα του αγίου Ανδρέα στον ομώνυμο
ναό συνοικίας Ντολτσού Καστοριάς
.


Το υπέροχο ξυλόγλυπτο  κι επιχρυσωμένο τέμπλο
του ναού Αγίου Ανδρέα Ντολτσού (περί το έτος 1770).


Το κωδωνοστάσιο έτ. 1969
στον ναό αγίου Ανδρέα Ντολτσού.



Ο άγιος Ανδρέας μεταξύ του αγίου Προδρόμου
και του αγίου Κοσμά του Αιτωλού στο τέμπλο
του ομώνυμου ναού της Καστοριάς.



Μικρή μουριά στη θέση της παλαιάς
μουριάς του αγίου Κοσμά.


Η εικόνα του αγίου Ανδρέα
στο τέμπλο του ναού του. Έτ. 1776.


Εικόνα των Τριών Ιεραρχών στο τέμπλο
του ναού Αγίου Ανδρέα Ντολτσού.



Ο βυζαντινός ναός του Αγίου Ανδρέα,
ενορίας Ελεούσης Καστοριάς. Περί το έτ. 1430.



Η Παναγία παιδιοκρατούσα και ο άγιος Ανδρέας.
Τοιχογραφία στο ναό Αγίου Ανδρέα ενορίας Ελεούσης.
Περί το έτος 1430.





Το βιβλίο του αείμνηστου Λουκά Σιάνου,
απ' το οποίο ελήφθη το παρουσιαζόμενο
κείμενο.