Παρασκευή 28 Ιουλίου 2023

“Το Φως τού Κόσμου”, δύο ρήσεις τού Ιησού Χριστού περί αυτού αναγραμμένες σε ισάριθμες εικόνες μεταβυζαντινού ναού τής Κορησού Καστοριάς (18ος αιών).

 

    Η Κορησός τής Καστοριάς είναι μια ιστορική και όμορφη κωμόπολη, η οποία απ' τα αρχαία χρόνια και μέχρι σήμερα αποτελεί ακρόπολη και φάρο του Ελληνισμού και του Χριστιανισμού στην Άνω Μακεδονία. Από την Κορησό καταγόταν ο άγιος Διονύσιος Κτήτορας της ομώνυμης μονής του Αγίου Όρους και ο αυτάδελφός του άγιος Θεοδόσιος Αρχιεπίσκοπος Τραπεζούντας του Πόντου.

    Η Κορησός έχει εντός και πέριξ του οικισμού της οκτώ ιερούς ναούς. Ένας απ' αυτούς τους ναούς είναι ο Άγιος Γεώργιος ο λεγόμενος Μικρός, που χρονολογείται στον 18ο αιώνα και που έχει εντός του αρκετές αξιόλογες τοιχογραφίες και οκτώ μεγάλες φορητές εικόνες τής ίδιας εποχής. Δύο απ' τις εν λόγω εικόνες είναι του Δεσπότη Χριστού και του Αγίου Νικολάου, που βρίσκονται αναρτημένες στις ανάλογες θέσεις τού τέμπλου του. Στις εικόνες αυτές παρουσιάζονται τ' αναφερόμενα άγια Πρόσωπα να κρατούν στο χέρι τους ανοιχτό Ευαγγέλιο, όπου αναγράφονται αντιστοίχως δύο ρήσεις του Χριστού για το Πνευματικό Φως τού κόσμου, που είναι βεβαίως ο ίδιος ο Κύριος, αλλ' είναι όμως και ο κάθε πιστός Ορθόδοξος Χριστιανός που πιστεύει εις Αυτόν και τηρεί τις εντολές Του.

    Ακολούθως αναφέρονται οι δύο θεματικές εικόνες με τις αντίστοιχές τους αναγραφές.

α) Εικόνα του Δεσπότη Χριστού: Το “Φως του Κόσμου” είναι ο Ιησούς Χριστός.

  

     Πρώτη στα δεξιά της Ωραίας Πύλης βρίσκεται η εικόνα τού Ιησού Χριστού. Στην όψη της παρουσιάζεται ο Κύριος με δεσποτική αμφίεση και να κρατάει στο χέρι Του ανοιχτό Ευαγγέλιο, επί του οποίου είναι αναγραμμένη η κάτωθι ρήση Του:

    «Εγώ ειμι το φως του κόσμου,·ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία, αλλ' έξει το φως της ζωής» (Ιωάν. η΄, 12).

    Δηλαδή, «Εγώ (ο Ιησούς Χριστός) είμαι το φως τού κόσμου, όποιος ακολουθεί Εμένα δεν θα περπατήσει στο σκοτάδι, αλλά θα έχει το φως τής ζωής» (Ιωάν. Η΄, 12).

β) Εικόνα του αγίου Νικολάου: “Φως του Κόσμου” είναι (και) ο κάθε ευσεβής Ορθόδοξος Χριστιανός.

Η δεύτερη εικόνα απ' τις εξεταζόμενες είναι του αγίου Νικολάου, που βρίσκεται στο δεξιό κέρας του τέμπλου, τέταρτη στη σειρά. Στο ανοιχτό Ευαγγέλιο που κρατά ο άγιος Ιεράρχης των Μύρων στο χέρι του είναι αναγραμμένα τα εξής:

Υμείς εστε το φως του κόσμου. ου δύναται πόλις κρηβήναι επάνω όρους κειμένη·ουδέ καίουσι λύχνον και τιθέασιν αυτόν υπό τον μόδιον”, {αλλ᾿ επί την λυχνίαν, καὶ λάμπει πάσι τοις εν τη οικίᾳ. ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως ίδωσιν υμών τα καλὰ έργα και δοξάσωσι τον πατέρα υμών τον εν τοις ουρανοίς}. (Ματθ. ε’, 14 - 19).

    Και σε νεοελληνική απόδοση:

  

     {Είπε ο Κύριος στους μαθητές Του}, «Εσείς είστε το φως του κόσμου. Μια πόλη που είναι κτισμένη επάνω σε ψηλό βουνό δεν μπορεί να κρυφτεί. Οι άνθρωποι, όταν ανάψουν το λυχνάρι δεν το βάζουν κάτω από το δοχείο με το οποίο μετρούν το σιτάρι, {αλλά το τοποθετούν στον λυχνοστάτη, για να φωτίζει όλους τους ανθρώπους του σπιτιού. Έτσι να λάμψει και το δικό σας φως μπροστά στους ανθρώπους, για να δουν τα καλά σας έργα και να δοξολογήσουν τον ουράνιο Πατέρα σας}.

  

     Η παρούσα σύντομη δημοσίευση θα κλείσει με την άποψη τού γράφοντος, ότι ο αφιερωτής των εν λόγω δύο εικόνων επέλεξε να γραφτούν επάνω στα ανοιχτά Ευαγγέλια που κρατούν στο χέρι τους ο Χριστός και ο άγιος Νικόλαος, τα προαναφερόμενα νοηματικώς συναφή και αλληλοσυμπληρούμενα ευαγγελικά εδάφια, επιθυμώντας τοιουτοτρόπως, επιδιώκοντας κι ευχόμενος να τα βλέπουν, να τα διαβάζουν και να τα κατανοούν όλοι οι εκκλησιαζόμενοι Χριστιανοί, και να προσπαθούν να μιμηθούν κατά το δυνατόν τον Ιησού Χριστό, γενόμενοι έτσι και αυτοί πνευματικά φώτα στον κόσμο.

Γιώργος Τ. Αλεξίου

















Τετάρτη 19 Ιουλίου 2023

Περί εθνικών μνημοσύνων και των συναφών τους εκδηλώσεων.

 Ορισμός: Εθνικό Μνημόσυνο χαρακτηρίζεται η κάθε υμνητική αναφορά στην πολεμική και γενικότερα στην εθνική δράση ενός επιφανούς νεκρού. Το εθνικό μνημόσυνο δεν περιλαμβάνει απαραιτήτως και θρησκευτική νεκρώσιμη Ακολουθία.

    

    Ο Μακεδονικός Αγώνας των ετών 1904 – 1908 υπήρξε, ως γνωστόν, πολύ οδυνηρός για όλους τους κατοίκους τού Νομού Καστοριάς, ιδιαιτέρως δε για τους τότε Σλαβόφωνους χωρικούς του. Αρχικώς οι Βούλγαροι Κομιτατζήδες και αμέσως μετά οι Έλληνες Μακεδονομάχοι ξέσπασαν το πολιτικώς υποκινούμενο μένος τους εναντίον των φιλήσυχων, κατατρεγμένων και ανυπεράσπιστων δίγλωσσων Ορθόδοξων Χριστιανών τής υπόψη μαρτυρικής επαρχίας. Στην εν λόγω σφοδρή αντιπαλότητά τους οι προαναφερόμενες εθνοτικές ομάδες ενέπλεξαν δυστυχώς και την τοπική Εκκλησία τής Καστοριάς. Οι ταγοί αυτών των ομάδων διαίρεσαν με την πειθώ, αλλά και με τα όπλα, τους φιλήσυχους και βασανισμένους όμαιμους κατοίκους τής εν λόγω περιοχής σε αλληλομισούμενες ομάδες Πατριαρχικών και Εξαρχικών.

Στα πλαίσια αυτής της απαράδεκτης και λυσσαλέας αντιχριστιανικής διαμάχης τους αμφότερες οι παρατάξεις διέπραξαν και φρικτά εγκλήματα, όπως είναι π.χ. το “Ολοκαύτωμα της Βασιλειάδας Καστοριάς” και ο “Ματωμένος Γάμος” του Σκλήθρου, των οποίων η περιγραφή βρίσκεται αναρτημένη στο διαδίκτυο κι ένεκα τούτου είναι ευρέως και καλώς γνωστή τοις πάσι. Η ανάμνηση αυτών των απαράδεκτων γεγονότων είναι καιρός πλέον να εξαλειφθεί και μ' αυτόν τον τρόπο να περατωθεί και η αναμόχλευση των αντίστοιχων παθών. Δυστυχώς όμως, αντί να γίνει αυτό οργανώνονται και τελούνται εντός της Ελλάδος, αλλά κι εκτός αυτής {: Κράτος Σκοπίων, Βουλγαρία, Αυστραλία, Καναδάς}, ανάλογα εθνικά μνημόσυνα, ακόμη και για μερικούς απ' τους υπεύθυνους αυτών των εγκλημάτων, που υπήρξαν, είτε φυσικοί αυτουργοί τους, είτε αθέατοι υποστηρικτές και υποκινητές τους. Πρέπει επιτέλους στην Ελλάδα, μετά από έναν και πλέον αιώνα απ' τη λήξη του Μακεδονικού Αγώνα, τα εν λόγω εθνικά μνημόσυνα να οργανώνονται και να τελούνται με πολύ φειδώ, με πολύ μεγάλη προσοχή και περίσκεψη, και βεβαίως μόνον από την Ελληνική Πολιτεία. Δεν είναι φρόνιμο π.χ. να τελεστεί επ' ουδενί εθνικό μνημόσυνο του Καπετάν (τάδε) στη Βασιλειάδα Καστοριάς, για τους ευνόητους λόγους.

    Η κάθε Τοπική Εκκλησία, κατά την άποψη τού γράφοντος Γιώργου Τ. Αλεξίου, είναι υποχρεωμένη και αναγκασμένη να οργανώνει και να τελεί αποκλειστικώς και μόνον θρησκευτικά μνημόσυνα, διότι η οργάνωση και τέλεση άλλων μνημοσύνων, όπως π.χ.  Εθνικών και πολιτιστικών, ενέχει προφανείς κινδύνους. Είναι πολύ πιθανόν, λόγω σχετικής ημιμάθειας και άγνοιας των οργανωτών τους, να προβληθούν - εξυμνηθούν κι επώνυμοι άνδρες, που υπήρξαν μεν άριστοι ως εθνικοί αγωνιστές, ήταν δε κάκιστοι ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί. Εάν συμβεί αυτό και προβληθούν τέτοια πρόσωπα με αμφιλεγόμενη δράση, θα ενοχληθεί και θα θιγεί ένα μέρος από το χριστεπώνυμο πλήρωμα της αντίστοιχης τοπικής Εκκλησίας, θα διαιωνιστούν εντός του τα ανάλογα πάθη και οι αντιπαλότητες κι εξ αυτών των γεγονότων θα δυσαρεστηθεί ο Πανάγαθος Τριαδικός Θεός μας, που είναι ο Θεός της Αγάπης και της Ειρήνης.

Γιώργος Τ. Αλεξίου.













Δευτέρα 17 Ιουλίου 2023

Μακεδονικός Αγώνας. Οι άδικες δολοφονίες των αδελφών Γιώργου και Γιάννη Κ. Τζιούλα μετά απ' την πολύνεκρη μάχη του Καλογερικού (Γέρμας, 16 Ιουλίου 1907).

 

«Το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικόν ό,τι είναι αληθές» (Διονύσιος Σολωμός).

Ο θάνατός μου δεν με λυπεί,

η δολοφονία μου όμως με αδικεί”

Επιγραφή στον επιτάφιο Σταυρό του Γεωργίου Κ. Τζιούλα (+1907).


    

    Κατά το θέρος του έτους 1907, λίγο πριν τη λήξη του Μακεδονικού αγώνα (1904 – 1908), ο Μανιάτης οπλαρχηγός μακεδονομάχος Γρηγόριος Φαληρέας – Καπετάν Ζάκας λημέριαζε με το ολιγομελές ανταρτικό σώμα του στο βουνό Μελίσσι, που βρίσκεται ανάμεσα στα χωριά τής Καστοριάς Βογατσικό και Λοσνίτσα (νυν “Ο Γέρμας”). Κατά το έτος εκείνο, Μουχτάρης (= Πρόεδρος) της Κοινότητας Λοσνίτσας ήταν ο Κωνσταντίνος Τζιούλας, γιος του Βογατσιώτη ιερέα τού Γέρμα Ιωάννη Τζιούλα και της Γερμανιώτισσας Ζωής Λιάντζη, αδελφής τού μακεδονομάχου και δασκάλου τής Καστοριάς Αντωνίου Λιάντζη.

    Ο Κωνσταντίνος Τζιούλας ήταν κοντινός συγγενής των μελών της γνωστής πατριωτικής οικογένειας Δραγούμη, ασχολείτο δε επιτυχώς με το γενικό εμπόριο και διατηρούσε τρία μεγάλα παντοπωλεία στα όμορα χωριά Βογατσικό, Λοσνίτσα και Κορησό, αντιστοίχως. Ο αναφερόμενος Κωνσταντίνος είχε τρία παιδιά, τον Γιώργο, που ήταν πατέρας τεσσάρων αγοριών, τον Γιάννη, που είχε δύο τέκνα και τη Ζωή που ήταν παντρεμένη με τον Κωσταραζινό παντοπώλη Κωστάκη Κυρατζή, ανεψιόν του εθνομάρτυρα Αρχιμανδρίτη Άνθιμου Γιοβανόπουλου (+ 1905).

  

     Σύμφωνα με μία ενδιαφέρουσα πληροφορία, που έδωσε προ ετών στον γράφοντα Γιώργο Αλεξίου ο αείμνηστος Βογατσιώτης Δημήτριος Σαββαρίκας (Μπαρμπα-Δήμος), κατά την περίοδο εκείνη ο Καπετάν Ζιάκας είχε συνάψει ερωτικό δεσμό με μία δασκάλα που υπηρετούσε στο Δημοτικό Σχολείο Βογατσικού. Αυτήν τη δασκάλα ο Καπετάνιος την επισκεπτόταν σχεδόν καθημερινώς στην οικία της. Ο ίδιος Καπετάνιος επίσης μετέβαινε πολύ συχνά στα διπλανά χωριά Κωσταράζι, Λοσνίτσα και Βλάστη και ανακατευόταν ενεργά “ως μη όφειλε” στις συνήθεις κοινοτικές διαμάχες. Ευρισκόμενος σε μια τέτοια διαμάχη, που αφορούσε την ενοικίαση των βοσκοτόπων τής Λοσνίτσας σε αλλομερίτες κτηνοτρόφους, επιτέθηκε στον Πρόεδρο του χωριού Κωνσταντίνο Τζιούλα, τον χτύπησε άγρια και τον απείλησε με θάνατο. Κατόπιν τούτου, ο Πρόεδρος φοβούμενος για τη ζωή του κατέφυγε στην Καστοριά.

    

    Ακριβώς τότε, στις 11 Ιουλίου του έτους 1907, ήρθε από την ελεύθερη Ελλάδα στα βουνά τού Βογατσικού ο μακεδονομάχος οπλαρχηγός Νικόλαος Τσοτάκος - Καπετάν Γέρμας με 60 περίπου άντρες και με σκοπό να αντικαταστήσει τον Καπετάν Ζάκα και ν' αναλάβει αυτός την αρχηγία και το συντονισμό του Μακεδονικού Αγώνα στην εν λόγω περιοχή. Μετά την άφιξη στο Βογατσικό του Καπετάν Γέρμα, ο Καπετάν Ζάκας έπρεπε να αναχωρήσει αμέσως για την Αθήνα, όμως κωλυσιεργούσε και καθυστερούσε την αναχώρησή, προφανώς για να βρίσκεται μερικές ημέρες ακόμη κοντά στη φιλενάδα του δασκάλα.

  

     Η παραμονή πολλών μακεδονομάχων στο βουνό Μελίσσι επί αρκετές ημέρες, όπως ήταν αναμενόμενο, έγινε γνωστή στις Τουρκικές Αρχές τής Καστοριάς, γνωστοποιήθηκε δε και στον Μητροπολίτη Γερμανό Καραβαγγέλη, ο οποίος έστειλε αμέσως επιστολή στους δύο καπετάνιους, Ζάκα και Γέρμα, με την οποία τους προέτρεπε να φύγουν πάραυτα από το βουνό Μελίσσι. Ο Καπετάν Γέρμας, λογικά σκεπτόμενος, αποφάσισε και ζήτησε να μετακινηθούν αμέσως όλοι οι άνδρες απ' το άδενδρο βουνό Μελίσσι προς το δασωμένο όρος Μουρίκι, ο επιπόλαιος όμως και απερίσκεπτος Καπετάν Ζάκας αντέδρασε αρνητικά κι έντονα και μάλιστα αποκάλεσε τον Καπετάν Γέρμα δειλό. Τελικώς και δυστυχώς επικράτησε η λίαν εσφαλμένη άποψη και απόφαση του Καπετάν Ζάκα και όλοι οι αντάρτες μακεδονομάχοι παρέμειναν και κοιμήθηκαν τη νύχτα της 15ης προς 16η Ιουλίου 1907 στη χαράδρα “Καλόγρια” ή “Καλογερικό πηγάδι”. Το βράδυ εκείνο, ένα πολυάριθμο τμήμα Τούρκων στρατιωτών περικύκλωσε αθόρυβα τους κοιμώμενους μακεδονομάχους και τα χαράματα της επόμενης ημέρας 16 Ιουλίου 1907 τους επιτέθηκε αιφνιδιαστικά, σκοτώνοντας επί τόπου τον Καπετάν – Γέρμα και περισσότερους από 22 άνδρες του. Ο Καπετάν – Ζάκας, που, λόγω της ασυγχώρητης σχετικής απρονοησίας του, θεωρήθηκε ο κύριος υπεύθυνος αυτής της φοβερής καταστροφής των μακεδονομάχων, γνώριζε καλώς τη γύρω περιοχή κι έτσι κατόρθωσε να διαφύγει απ' τον κλοιό των Τούρκων και να διασωθεί.

    

    Λίγες ημέρες μετά απ' τη φονική “Μάχη του Καλογερικού”, ο καπετάν Ζάκας κλήθηκε και μετέβη στην Αθήνα για να λογοδοτήσει σχετικώς και αρμοδίως, σύμφωνα δε με αφηγήσεις παλαιών μακεδονομάχων της Λοσνίτσας, δικάστηκε από Στρατοδικείο – Ανταρτοδικείο. Εκεί, προσπαθώντας να δικαιολογηθεί και να αποσείσει από πάνω του τις βαρύτατες ευθύνες τής καταστροφικής “Μάχης του Καλογερικού”, υποστήριξε αβάσιμα και ατεκμηρίωτα, ότι η αναφερόμενη καταστροφή των μακεδονομάχων δεν οφειλόταν στον ίδιο, αλλά στις υποτιθέμενες και αναπόδεικτες προδοσίες τού Λοσνιτσιώτη (= Γερμανιώτη) Κωνσταντίνου Τζιούλα, των Βλατσιωτών κτηνοτρόφων Κουντουρά και Κυριαζή, και του Βογατσιώτη Σλιάχα, τον οποίον, βάσει αυτής τής αστήρικτης κατηγορίας, δολοφόνησε αργότερα με δόλο κάποιος μακεδονομάχος. Το αναφερόμενο Στρατοδικείο – Ανταρτοδικείο περιέργως απάλλαξε τότε τον Καπετάν Ζιάκα απ' την εν λόγω τρομερή κατηγορία.

  

     Μετά απ' αυτήν την απροσδόκητη αθώωση τού Καπετάν Ζάκα και σύμφωνα με σχετικές διηγήσεις παλαιών Γερμανιωτών, κάποιος άνανδρος καπετάνιος μακεδονομάχος (ποιός ;), θέλοντας προφανώς να φανεί ο ίδιος αθώος τού αίματος των πεσόντων συμπολεμιστών του και στα μάτια των συγγενών τους, δήλωσε ότι θα εκδικηθεί το θάνατό τους, εφαρμόζοντας το βάρβαρο μανιάτικο έθιμο της βεντέτας. Και δυστυχώς το έπραξε. Συγκεκριμένως, θέλοντας, χωρίς αιδώ και τύψεις, να “κάψει”, να πληγώσει καίρια τον πρόεδρο τής Λοσνίτσας Κώστα Τζιούλα προσέλαβε δύο τουρκαλβανούς κακοποιούς για να φονεύσουν ύπουλα και άνανδρα τα δύο αθώα και άξια παιδιά του προέδρου. Αυτοί οι εγκληματίες δολοφόνησαν πρώτα τον λεβέντη Γιώργο Τζιούλα στην τοποθεσία “Ράχη Κορησού”, και κατόπιν τον Γιάννη Τζιούλα μέσα στο παντοπωλείο του, στην πλατεία του Γέρμα. Παράλληλα, οι Τουρκαλβανοί πληρωμένοι κακοποιοί πυρπόλησαν και δύο μαγαζιά των αδελφών Κωνσταντίνου Τζιούλα, μαζί με όλα τα εμπορεύματά τους.

    

    Οι δύο αναφερόμενες δολοφονίες των αδελφών Γιώργου και Γιάννη Τζιούλα, των οποίων ηθικός αυτουργός και εντολέας ήταν κάποιος άγνωστός μας (;) άθλιος Μανιάτης μακεδονομάχος με εγκληματικά ένστικτα, κατέστησαν χήρες δύο νεαρές γυναίκες του Γέρμα, και άφησαν απροστάτευτα, ορφανά και πάμφτωχα τα 6 παιδάκια τους, βύθισαν δε στο πένθος για πολλά χρόνια τη μαρτυρική Λοσνίτσα.

    Όταν απελευθερώθηκε η Μακεδονία, ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Τζιούλας έστειλε επιστολές σε πρωθυπουργούς της Ελλάδος ζητώντας την τιμωρία τού Καπετάν (τάδε) και την αποζημίωση των αθώων θυμάτων του, αλλά δεν έλαβε απ' αυτούς καμία απάντηση.

    Ας είναι αιωνία η μνήμη των αδικοσκοτωμένων αδελφών Γιώργου και Γιάννη Τζιούλα – Παπαϊωάννου. 



Γιώργος Τ. Αλεξίου.




Κυριακή 16 Ιουλίου 2023

Μακεδονικός Αγώνας. Η άδικη δολοφονία ενός αθώου αγρότη χωριού της Καστοριάς. Έτος 1907 ή 1908.

 "Θάρσει. Λέγων τ' αληθές ου σφαλεί ποτε." - Σοφοκλής

    Στις 16 Ιουλίου του έτους 1907 έγινε σε μια βαθιά χαράδρα του βουνού “Μελίσσι” τού χωριού Γέρμα Καστοριάς η φοβερή “Μάχη του Καλογερικού” μεταξύ πολυάριθμων Τούρκων στρατιωτών και δύο ανταρτικών ομάδων Μακεδονομάχων. Η μάχη αυτή ήταν αιφνιδιαστική και δυστυχώς καταστροφική για τους Έλληνες αντάρτες. Κατά τη σύντομη διάρκειά της έπεσαν ηρωικά μαχόμενοι, ο Ανθυπολοχαγός Νικόλαος Τσοτάκος -- Καπετάν Γέρμας και 23 από τους άνδρες του.

    Αμέσως μετά την εν λόγω πολύνεκρη μάχη, ένας Τούρκος Αξιωματικός πρόσταξε τον Πρόεδρο τού Γέρμα (: τότε Λοσνίτσα) να στείλει στον τόπο διεξαγωγής της αρκετούς Γερμανιώτες χωρικούς με τα υποζύγιά τους για να μεταφέρουν απ' εκεί τα σεπτά σώματα των νεκρών μακεδονομάχων και να τα ενταφιάσουν στο “Μπαΐρι του Ζυγούρα”, που βρίσκεται στην τοποθεσία “Λιβάδι”, όπως κι έγινε. Μεταξύ των εν λόγω χωρικών τού Γέρμα ήταν και ο Δ.Κ., ο οποίος βρήκε τότε στην τοποθεσία τής μάχης ένα πιστόλι πεσόντος μακεδονομάχου, το πήρε κρυφά κι έκτοτε το είχε πάντα μαζί του.

    Λίγο καιρό μετά την αναφερόμενη μάχη, η Επιτροπή Μακεδονικού Αγώνα του Γέρμα ανέθεσε στον προαναφερόμενο Δ.Κ. να μεταφέρει μία εμπιστευτική επιστολή με απόρρητες πληροφορίες και οδηγίες στην αντίστοιχη Επιροπή τής γειτονικής Κλεισούρας. Πράγματι, ο Δ.Κ. πήρε την επιστολή και βάδισε προς την Κλεισούρα. Κατά τη διαδρομή του πέρασε και από την περιοχή “Γιάζια”, που ανήκει στα γειτονικά χωριά τού Γέρμα, Τσιρίλοβο και Λιθιά. Εκεί συνάντησε κάποιον γνωστόν του αγρότη από τα εν λόγω χωριά και συνομίλησαν για λίγο. Κατά τη συνομιλία τους αυτή, ο αναφερόμενος αγρότης ρώτησε αστειευόμενος τον Δ.Κ. τα εξής: “γιατί πηγαίνεις στην Κλεισούρα; μήπως για να μεταφέρεις απόρρητα έγγραφα στους Μακεδονομάχους της;”

    Ο Γερμανιώτης ακούοντας αυτήν την αναπάντεχη διπλή ερώτηση τού κοντοχωριανού του ταράχτηκε πολύ, αμέσως δε, μόλις επέστρεψε από την Κλεισούρα στον Γέρμα, την ανέφερε στα μέλη τής εκεί Επιτροπής Μακεδονικού Αγώνα. Τότε, κάποιο καχύποπτο και ανόητο στέλεχος της Επιτροπής τον “συμβούλεψε” και τον προέτρεψε επιτακτικά να μεταβεί αμέσως στη Γιάζια και να βρει και να φονεύσει τον άτυχο γνώριμό του, για να μην προλάβει τάχα αυτός να προδώσει στους Τούρκους την υποτιθέμενη γνώση της ανταλλαγής συνωμοτικών μηνυμάτων μεταξύ των αναφερόμενων Επιτροπών. Και δυστυχώς ο Δ.Κ. αυτό έπραξε. Πήγε στη Γιάζια κι εκτέλεσε εν ψυχρώ, με το πιστόλι που είχε πάρει απ' τον πεσόντα μακεδονομάχο, τον άτυχο κι ανυποψίαστο γνώριμό του, αφήνοντας έτσι χήρα τη νεαρή γυναίκα του και ορφανά τα ανήλικα παιδιά τους. Και από τότε και μέχρι το θάνατό του, ο Δ.Κ. είχε βάρος στη συνείδησή του αυτό το φρικτό έγκλημα και μετανιωμένος το ομολογούσε συχνά στους οικείους του, ελπίζοντας μ' αυτήν του την εξομολόγηση να εξιλεωθεί σχετικώς.

Καταγραφή απ' τον Γιώργο Τ. Αλεξίου τής αφήγησης ενός εγγονού τού Δ.Κ. Η αφήγηση έγινε στη Γιάζια την 26 – 4 – 2005.


Σάββατο 15 Ιουλίου 2023

Μακεδονικός Αγώνας. Η φονική μάχη στην τοποθεσία “Καλογερικό Πηγάδι” τού Γέρμα Καστοριάς. 16 Ιουλίου 1907.

 

    Μία απ' τις σημαντικότερες μάχες τού Μακεδονικού Αγώνα (1904 – 1908) διεξήχθη την 16η Ιουλίου 1907 μεταξύ 80 περίπου Μακεδονομάχων και πολυάριθμων Τούρκων στρατιωτών στην τοποθεσία “Καλογερικό Πηγάδι“ τού Γέρμα Καστοριάς. Το ιστορικό τής μάχης αυτής, που ήταν για τους Έλληνες αντάρτες η πλέον πολύνεκρη του Μακεδονικού Αγώνα, έχει ως εξής:

Το πρωί της 15ης Ιουλίου 1907, τα ένοπλα σώματα του Καπετάν Γέρμα (Νικολάου Τσοτάκου) με 50 παλικάρια και του Καπετάν Ζάκα (Γρηγορίου Φαληρέα) με 30 άντρες, λημέριασαν στην παντελώς ακατάλληλη ορεινή τοποθεσία «Καλογερικό πηγάδι», που βρίσκεται ανάμεσα στα χωριά Γέρμας και Βογατσικό Καστοριάς. Το απόγευμα τής ίδιας ημέρας κατέφθασαν εκεί οι Γερμανιώτες Ζήσης Δούφλιας και Ηλίας Σελτσιώτης, καθώς και ο Βογατσιώτης ιερέας Παπαδήμος, οι οποίοι μετέφεραν στους δύο οπλαρχηγούς την πληροφορία, ότι πολυάριθμος τουρκικός στρατός τριγύριζε στα γύρω βουνά και ότι ο Μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης τους συμβούλευε να φύγουν αμέσως απ’ το μέρος εκείνο. Μόλις τ’ άκουσαν αυτά ο καπετάν Γέρμας και οι Διμοιρίτες του, πρότειναν στον Καπετάν - Ζάκα (Ανθυπολοχαγό Γρηγόριο Φαληρέα) να μεταβούν πάραυτα σε άλλη ασφαλέστερη τοποθεσία. Δυστυχώς όμως, ο Ζάκας, επιπόλαια σκεπτόμενος, αντέδρασε άσχημα, σύμφωνα δε με σχετική καταγραφή τού αείμνηστου ιστοριοδίφη Χρίστου Γεωργίου είπε επί λέξει: «Καλά είμαστε εδώ, δεν διατρέχουμε κανέναν κίνδυνο», ακολούθησε δε η εξής στιχομυθία μεταξύ των δύο Αρχηγών:


    - Γέρμας: Αφού έχουμε τέτοιες πληροφορίες πρέπει να φύγουμε αμέσως απ’ εδώ.

    - Ζάκας (χλευαστικά): Ακόμη δεν ήρθες και άρχισες να φοβάσαι;

    - Γέρμας: Αν φοβόμουν δεν θα ερχόμουν.

        Μετά απ’ αυτήν τη δραματική συνομιλία, επικράτησε δυστυχώς η απερίσκεπτη άποψη του Ζάκα, κι έτσι οι ογδόντα Μακεδονομάχοι παρέμειναν όλη τη νύχτα αμέριμνοι στο μέρος εκείνο. Το επόμενο πρωί περικυκλώθηκαν και δέχτηκαν απ’ όλες τις μεριές τα ομαδικά πυρά πολυάριθμων Τούρκων στρατιωτών, με αποτέλεσμα να πέσουν ηρωικά μαχόμενοι, ο Καπετάν - Γέρμας, οι Διμοιρίτες του Ξύδης, Τσιμπιδάρος και Οικονομάκος και άλλοι 18 άνδρες. Συνολικά φονεύτηκαν 22 αντάρτες μας και συνελήφθηκαν αιχμάλωτοι άλλοι 20.

    Ο Καπετάν Ζάκας, που λόγω τής ασυγχώρητης απερισκεψίας του ήταν ο κύριος υπεύθυνος τής καταστροφής, γνώριζε καλά τη γύρω περιοχή κι έτσι κατόρθωσε να ξεφύγει απ’ τον κλοιό των Τούρκων και να σωθεί.

        Αμέσως μετά τη φοβερή μάχη, ο ιερέας του Γέρμα Παπατζήμος και αρκετοί κάτοικοι τού χωριού, μετέβησαν στον τόπο της φοβερής μάχης κι έθαψαν εκεί κοντά τους γενναίους νεκρούς μας. Αργότερα, τα τιμημένα οστά των 22 ηρώων, απ’ τα οποία ξεπήδησε η ελευθερία της Μακεδονίας μας, μεταφέρθηκαν στο κοιμητήριο του Γέρμα, όπου βρίσκονται και τώρα, σε μαρμάρινο κοινοτάφιο.

    Μετά την απελευθέρωση της Μακεδονίας, η πρώην Λόσνιτσα έλαβε προς τιμή των αναφερόμενων πεσόντων Μακεδονομάχων το πολεμικό επώνυμο του αρχηγού τους και ονομάστηκε «Γέρμας». Αργότερα, το έτος 1964, στήθηκε στην πλατεία του χωριού η προτομή του Καπετάν Γέρμα κι από τότε τελείται εμπρός της το ετήσιο μνημόσυνο όλων των γενναίων νεκρών του Μακεδονικού Αγώνα.

    Γιώργος Τ. Αλεξίου.
















Τετάρτη 5 Ιουλίου 2023

Η νεοφανής θαυματουργή ιερή εικόνα με την ονομασία “Η Παναγία - Το Ακένωτον Ποτήριον” (έτ. 1878).

    Σε όλους τους τοιχογραφημένους ναούς τής Ορθόδοξης Εκκλησίας και ειδικότερα στην ανατολική κεντρική κόγχη τού Αγίου Βήματός τους εικονογραφούνται κατά κανόνα δύο σημαντικές παραστάσεις, η μία κάτω από την άλλη. Συγκεκριμένως, στο άνω τεταρτοσφαίριο της κόγχης εικονίζεται συνήθως η Παναγία ως Πλατυτέρα των Ουρανών, δηλαδή με ανοιχτά και δεητικώς υψωμένα τα χέρια της, κι έχουσα τον Χριστό σε μετάλλιο εμπρός στο στήθος της (: κυοφορούσα Παρθένος), ή κρατώντας Τον στην αγκαλιά της ως παιδίον, ή ως έφηβο (: Εμμανουήλ).

Κάτω ακριβώς από την Παναγία Πλατυτέρα εικονογραφείται συνήθως η παράσταση που είναι γνωστή με την ονομασία “Οι Συλλειτουργούντες Ιεράρχες”. Σ΄ αυτήν παρουσιάζονται ευάριθμοι άγιοι Ιεράρχες να τελούν Θεία Λειτουργία εμπρός σε μία Αγία Τράπεζα, επί της οποίας υπάρχει ένα Άγιο Ποτήριον, εντός του οποίου εικονίζεται πολλάκις ο Χριστός σε σμίκρυνση, να στέκεται όρθιος και να ευλογεί με τα δύο Του χέρια. Πρόκειται για το Άγιο Ποτήριο που εμπεριέχει το τίμιο σώμα και αίμα του Κυρίου, τα οποία μεταλαμβάνουν άπαντες οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, αλλ' αυτά όμως ουδέποτε τελειώνουν, κι ως εκ τούτου το αναφερόμενο Ποτήριον δεν αδειάζει ποτέ, δεν κενώνεται και γι΄ αυτό είναι και ονομάζεται Ακένωτον.

    Οι προαναφερόμενες δύο τοιχογραφημένες παραστάσεις τής κεντρικής κόγχης τού Αγίου Βήματος είναι ιδιαιτέρως πνευματικές και για τούτου αναγνωρίζονται ως λίαν σημαντικές και είναι πολύ σεβαστές και αγαπητές από τον Ιερό Κλήρο και τον Ορθόδοξο πιστό λαό. Το γεγονός αυτό ώθησε κατά τον 19ο αιώνα (;) κάποιο άγνωστό μας ευσεβή αγιογράφο τής Ορθόδοξης Ρωσίας να ζητήσει από την Παναγία τη φώτιση και την έμπνευση να δημιουργήσει μία άγια εικόνα που να περιλαμβάνει τα βασικά στοιχεία των δύο εξεταζόμενων παραστάσεων τής κόγχης του Αγίου Βήματος. Και όντως, η Παναγία τον φώτισε και αυτός δημιούργησε την θεματική εικόνιση, που είναι πολύ σεβαστή και γνωστή σε όλον τον κόσμο της Ορθοδοξίας με την επωνυμία “Παναγία - το Ακένωτον Ποτήριον” (Πίν. 1,2,7).

Η παρούσα δημοσίευση περιλαμβάνει (και) τις φωτογραφίες τών δύο αξιόλογων τοιχογραφιών έτους 1663 που σώζονται στην κόγχη τού Αγίου Βήματος, του μεταβυζαντινού ναού Αγίου Νικολάου τής Αρχόντισας Θεολογίνας, Καστοριάς. Απ' τις εν λόγω δύο τοιχογραφίες, η άνω έχει την παράσταση της Παναγίας Πλατυτέρας κατά τον τύπο της Βλαχερνίτισσας (πίν. 3,4) και η πιο κάτω την παράσταση “Οι Συλλειτουργούντες Ιεράρχες και το Ακένωτον Ποτήριον” (πίν. 5). Η ίδια δημοσίευση περιλαμβάνει επίσης και μία ενδεικτική εικονιστική σύνθεση των βασικών στοιχείων των αναφερόμενων δύο παραστάσεων και την απόδοσή τους ως μία εικόνιση τής Θεοτόκου κατά τον εξεταζόμενον τύπο “Η Παναγία - το Ακένωτον Ποτήριον” (πίν. 6).

Γιώργος Τ. Αλεξίου.


Σημειώσεις. 1). Για το ιστορικό και τα θαύματα τής πρωτότυπης θαυματουργής εικόνας τής “Παναγίας – Ακένωτον Ποτήριον” Βλέπε: https://www.monastiriaka.gr/panagia-to-akenoton-potirion-tis-zois-n-99694.html

      2). Βλέπε τον Παρακλητικόν Κανόνα στην Παναγία – Το Ακένωτον Ποτήριον: https://www.proseyxi.com/paraklisi-eis-tin-panagia-akenoton-potirion/

      3). Στο Παλαιοχώρι χαλκιδικής βρίσκεται μία θαυματουργή εικόνα τής “Παναγίας - Το Ακένωτον Ποτήριον”. Ενώπιόν της ψάλεται ανάλογη Παράκλησις δύο φορές την εβδομάδα, εις βοήθειαν όσων αγωνίζονται για την απαλλαγή τους από εξαρτησιογόνες ουσίες.