Κείμενο Αρχιμανδρίτου Στεφάνου Σχοινά.
Νέος στην ηλικία, μόλις 61 ετών, έφυγε τόσο άδικα, τόσο βιαστικά χωρίς να μας χαιρετήσει και να τον χαιρετήσουμε και χωρίς να τον τιμήσουμε όπως θα άρμοζε σ΄ έναν ιεράρχη.
Ίσως και αυτός είναι ο λόγος ότι και μέχρι σήμερα πολλοί δεν έχουμε αντιληφθεί και εμπεδώσει ακόμη αυτή την νέα πραγματικότητα, ότι δηλαδή ο πεφιλημένος Ποιμενάρχης μας δεν βρίσκεται κοντά μας σωματικά, και ότι το σεπτό του σκήνωμα αναπαύεται πλέον πίσω από το Ιερό Βήμα του Ιερού Μητροπολιτικού Ναού.
«Τελειωθεὶς ἐν ὀλίγῳ, ἐπλήρωσε χρόνους μακρούς». Η επίγεια πορεία της ζωής του και δράση υπήρξε πλούσια σε γεγονότα, εμπειρίες και προσφορά, και γι’ αυτό « ἐπιλείψει με ὁ χρόνος διηγούμενον» τον βίο και την πολιτεία του μακαριστού Μητροπολίτου μας κυρού Σεραφείμ.
Από την αρχή της ζωής του ξεχώρισαν τα τάλαντα με τα οποία τον προίκισε ο Θεός, προκειμένου όλα αυτά να τα αναλώσει στη διακονία του.
Αναφέρουν συγγενείς του, παλαιοί συμμαθητές, πνευματικά του παιδιά, φίλοι του κληρικοί από τα χρόνια που έζησε στην Αθήνα, στο Ιερό Ναό Αγίας Αικατερίνης Πετραλώνων ως Διάκονος, στον Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου Αχαρνών ως Πρεσβύτερος για τον οποίο μάλιστα έλεγε ότι πέρασε τα ομορφότερα χρόνια της ζωής του και στην Ιερά Σύνοδο ως Γραμματεύς, ότι από μικρός είχε διαγνώσει μέσα του την φλόγα της πίστεως και την κλίση προς τον Θεό και την Εκκλησία Του.
Δεν παρέκκλινε ποτέ από αυτόν τον δρόμο μέχρι το τέλος της επί γης παρουσίας του.
Θα μπορούσαμε να γράφαμε πολλές σελίδες για τον βίο, τις αρετές, τα χαρίσματα, το πλούσιο οικιστικό έργο, την ποιμαντική και φιλανθρωπική δράση του μακαριστού Ποιμενάρχου μας, ακόμη για τα εμπόδια και δυσκολίες που συνάντησε από την πρώτη ημέρα της ενθρονίσεως του και την ανάληψη των καθηκόντων στην ακριτική Καστοριά, στο μετερίζι της Ορθοδοξίας όπως συχνά την αποκαλούσε.
«Από την πρώτη μέρα που ήρθα στην Καστοριά όλη μου η ζωή ήταν γεμάτη θλίψεις, κινδύνους, συκοφαντίες, αδικίες».
Και όταν κάποτε τον ρώτησαν πως ξεπέρασε τις όποιες δυσκολίες και εμπόδια, απαντούσε: «με ένα παράθυρο και ένα δένδρο. Το παράθυρο ήταν η Θεία λειτουργία, και το δένδρο ήταν η Παναγία, κάτω από το οποίο εναπέθετα τις δυσκολίες και τους πειρασμούς για να συνεχίσω τη δύσβατη πορεία της Αρχιερωσύνης».
Αν όμως θα έπρεπε ν΄αποδώσουμε έναν και μόνο χαρακτηρισμό στον κεκοιμημένο πλέον επίσκοπό μας, αυτός θα ήταν του «σύγχρονου κολλυβά».
Και αυτό γιατί η ζωή του θύμιζε σε πολλά τους παλαιούς αυτούς αγιορείτες Πατέρες, οι οποίοι στα μισά του 18ου αι. ξεκίνησαν τον αγώνα τους για την αναγέννηση της λειτουργικής ζωής και της ποιμαντικής διακονίας της Εκκλησίας.
Δεν είναι τυχαίο ότι το κίνημα αυτό ξεκίνησε στο Άγιο ¨Όρος , εκεί όπου συχνά- πυκνά και ο μακαριστός Μητροπολίτης μας κυρός Σεραφείμ «αποσυρόταν» για να αναζωογονηθεί και να επιστρέψει πίσω άρον-άρον στην επισκοπή του γιατί οι υποχρεώσεις δεν τελείωναν ποτέ.
Το πρώτο χαρακτηριστικό των Κολλυβάδων ήταν η Παιδεία και η ιερά παράδοση. Όλοι τους είχαν μελετήσει και εντρυφήσει στην Αγία Γραφή και στα κείμενα των Πατέρων, αλλά και στην σύγχρονη «θύραθεν» παιδεία, ώστε να είναι κατηρτισμένοι και πνευματικά «εξοπλισμένοι» απέναντι στις ανάγκες της σύγχρονης κοινωνίας.
Ο αείμνηστος Μητροπολίτης μας διακρινόταν για την μόρφωση και την λογιοσύνη του, για τον τρόπο που χειριζόταν τη γλώσσα προσαρμόζοντάς την πάντοτε στο ακροατήριο που κάθε φορά είχε απέναντί του, ώστε να γίνεται πάντοτε κατανοητός.
Σκοπός του ήταν να διδάξει, να γαλουχήσει, να κατηχήσει, να νουθετήσει, να κατευθύνει, να πείσει, να εμπνεύσει, να παρηγορήσει, να ανακουφίσει, ουδέποτε όμως να εντυπωσιάσει.
Άλλωστε ένας χειριστής του λόγου του επιπέδου του Μητροπολίτου κυρού Σεραφείμ, δεν χρειάζεται ποτέ να κάνει κάτι ιδιαίτερο για να αναδείξει τα λεγόμενά του, καθ΄ότι ήταν πάντα μεστά και ουσιαστικά.
Και όταν όμως έπρεπε να απευθυνθεί σε ένα συνέδριο, σε μία επιστημονική ημερίδα, είχε πάντα έτοιμα τα «εργαλεία» εκείνα που κάθε φορά απαιτούνταν από την φαρέτρα των Πατέρων.
Βρίθουν τα άρθρα και οι ομιλίες του από τέτοια παραδείγματα. Οι προγραμματισμένες ομιλίες και κηρύγματα σε εβδομαδιαία βάση στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό, στους Ιερούς Ναούς του Άργους Ορεστικού παλαιότερα, στη συνάντηση Νέων στον Ιερό Ναό των Αγίων Πάντων, δηλώνουν την αγωνία που είχε για την κατήχηση και κατάρτιση του ποιμνίου του.
Και όπως κάθε κολλυβάς, έτσι και ο Μακαριστός έδινε πολλές φορές έμφαση στην ιερά παράδοση. Έλεγε «ό,τι παρέλαβες αυτό και θα δώσεις… δεν παρέλαβες, τότε δεν μπορείς να δώσεις…».
Δεύτερο χαρακτηριστικό του, η συνεχής λειτουργική και μυστηριακή ζωή του. Συχνά έλεγε: «δύο πράγματα πρέπει να κάνει ο επίσκοπος, να λειτουργεί και να κηρύττει».
Και τα δύο ο μακαριστός τα τήρησε και καλλιέργησε στον υπερθετικό βαθμό. Συμμετείχε ως διάκονος και τελούσε ως πρεσβύτερος πολύ συχνά τη Θεία Λειτουργία, ως επίσκοπος δε καθημερινά.
Ειδικά σε επίπεδο επισκόπων, αυτό είναι κάτι που σήμερα σπανίως το συναντά κάποιος. Η ημέρα του ξεκινούσε πάντοτε με την Θεία Λειτουργία.
Και αυτό συνέβαινε όχι μόνον εντός της έδρας του, αλλά οπουδήποτε και αν βρισκόταν, είτε σε ταξίδι, είτε σε συνοδική αποστολή, είτε αλλού, αναζητούσε ιερό θυσιαστήριο για να λειτουργήσει.
Όλοι οι πιστοί Καστοριανοί και οι ακροατές του ραδιοφωνικού σταθμού της Μητροπόλεως μας μπορούν να βεβαιώσουν ότι όλες τις καθημερινές, ο επίσκοπος λειτουργούσε ως απλός ιερεύς στον Μητροπολιτικό Ναό.
Ο μακαριστός καθιέρωσε πολλές Αγρυπνίες κατά τη διάρκεια του έτους προς τιμήν και της Θεοτόκου και των Αγίων: της Παναγίας της Γοργοεπηκόου, του Ακαθίστου Ύμνου, των προεορτίων της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, του αγίου Παρθενίου, του αγίου Γεωργίου του εν Ιωαννίνοις, του οσίου Παϊσίου του Αγιορείτου, της αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής, του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, των προεορτίων των Ελευθερίων της πόλης της Καστοριάς, των Εισοδίων της Θεοτόκου, του αγίου Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου κ.α.
Ο ίδιος επίσης επόπτευε συχνά την προετοιμασία για τις ακολουθίες αυτές, τον ευτρεπισμό του ιερού ναού, την αρτοκλασία, την προετοιμασία του κολλύβου, τον στολισμό της ιεράς εικόνος. Χαρακτηριστικά μπορούμε ν΄ αναφέρουμε πως σε ορισμένες ιερές ακολουθίες προσερχόταν στον ιερό ναό πριν από την έναρξη του Όρθρου ακόμη.
Τα Χριστούγεννα, τα Θεοφάνια και σε άλλες εορτές διάβαζε εκείνος τον Εξάψαλμο και προέτρεπε πατρικά όσους βρίσκονταν εκείνη την ώρα στο ναό να στέκονται όρθιοι χωρίς άσκοπες κινήσεις.
Τον θυμόμαστε να ψάλλει το πρώτο κάθισμα των Χριστουγέννων και μάλιστα αργά το «Δεῦτε ἴδωμεν πιστοί…» επίσης από το αναλόγιο, ενώ πολλές φορές τον είχαμε ακούσει να λέει «πώς θα καταλάβουμε Χριστούγεννα εάν δεν είμαστε πρωί- πρωί στο ναό για να ακούσουμε το «Δεῦτε ἴδωμεν πιστοί…»;
Αυτό αποτελούσε ταυτόχρονα και ένα παράδειγμα για εμάς τους κληρικούς της Ιεράς Μητροπόλεως μας, ώστε και εμείς να λειτουργούμε συχνότερα κατά την «ἐν ἔργοις» παρότρυνση του Ποιμενάρχου μας.
Σχετικά με τις ιερές ακολουθίες αναφέρει σε μία εγκύκλιό του: «θα πρέπει να δείξουμε ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Να κάνουμε, δηλαδή, όλες τις Ιερές Ακολουθίες , όπως αυτές προβλέπονται από το Τυπικό της Εκκλησίας, με ιδιαίτερο ζήλο, με ιδιαίτερη αγάπη, «ζέον τῷ πνεύματι, τῷ Κυρίῳ δουλεύοντες», κατά την έκφραση του Αποστόλου Παύλου.
Να καλύψουμε και να ικανοποιήσουμε τις λατρευτικές ανάγκες του ποιμνίου μας. Να ενδιαφερθούμε να τελέσουμε την Θεία Λειτουργία στις Ενορίες που δεν έχουν Ιερέα, καθώς και άλλες Ιερές Ακολουθίες. Μην ξεχνάμε ότι είμαστε στρατιώτες του Χριστού, όπλο μας η προσευχή, οι Ιερές Ακολουθίες.
Με αυτές κατεβάζουμε τον Θεό στη γη και ανεβάζουμε τον άνθρωπο στον Ουρανό». Αλλά ακόμη αυτή η πραγματικά θεάρεστη, θεσπέσια και ευλογημένη συνήθεια, αποτελεί στο διηνεκές και ένα «μέτρο» ή μία «πρόκληση» που καλούμαστε να ακολουθήσουμε.
Από την αρχή της επισκοπικής διακονίας του στην Καστοριά, ο πολύκλαυστος ποιμενάρχης μας, θέλησε να οργανώσει την Ιερά Μητρόπολη ώστε όλα να λειτουργούν εύρυθμα και κατά τάξη.
Γι΄αυτό και αμέσως μερίμνησε για την επιμόρφωση του ιερού κλήρου, διοργανώνοντας απ’ αρχής τακτικές ιερατικές συνάξεις (μία κάθε μήνα) και ιερατικά συνέδρια, καθώς και επιμορφωτικά σεμινάρια.
Μεγάλη όμως σημασία έχουν και οι πολυάριθμες εγκύκλιοι – 498 στον αριθμό- με τις οποίες κατεύθυνε και νουθετούσε όλους εμάς τους κληρικούς. Πάντοτε επίκαιρα και καρδιακά τα λόγια του, αφορούν κάθε ιερέα κάθε εποχής και περιοχής.
Σε μία από τις εγκυκλίους του έγραφε: «Για να γιορτάσουμε αληθινά […] θα πρέπει να καθαρθούμε πνευματικά, ψυχικά, να πλυθούμε μέσα στο Μυστήριο της Εξομολογήσεως. «Καθαρτέον πρῶτον καὶ εἶτα τῷ καθαρῷ προσομιλητέον».
Μετάνοια ειλικρινής ενώπιον του πνευματικού πατρός, […] Και στο Μυστήριο της Εξομολογήσεως πρωτοστατούν και προσέρχονται με ταπείνωση πρώτοι οι Κληρικοί.
Πως αλλιώς πλησιάζουμε την Αγία Τράπεζα; Πως πιάνουμε το Πανακήρατο Σώμα του Χριστού; Πως κοινωνούμε των Αχράντων Μυστηρίων;»
Σημειωτέον δε, η επιμέλεια του για τις εγκυκλίους ήταν τέτοια, ώστε την Καθαρά Δευτέρα καθόταν να γράψει, και έλεγε το απόγευμα μετά την ακολουθία του Μεγάλου Αποδείπνου «πατέρες, η εγκύκλιος της Μ. Παρασκευής είναι σχεδόν έτοιμη».
Όλη η ζωή του υπήρξε μία προσπάθεια μίμησις των αγίων. Κατανοούσε σε βάθος τον λόγο του ιερού Χρυσοστόμου «τιμὴ μάρτυρος, μίμησις μάρτυρος».
Η καρδιά του όμως τιμούσε ιδιατέρως την Υπεραγία Θεοτόκο. Με δικές του ενέργειες ο Ιερός Μητροπολιτικός Ναός απέκτησε αντίγραφα των Ιερών Εικόνων της Παναγίας της Γοργοεπηκόου από την Ιερά Μονή Δοχειαρίου, και της Παναγίας Πορταϊτίσσης από την Ιερά Μονή Ιβήρων.
Και οι δύο βρίσκονται μέσα σε περίτεχνα προσκυνητάρια. Αλλά και για άλλους Ιερούς Ναούς είχε μεριμνήσει να υπάρχουν σε εξέχουσα θέση αντίγραφα θαυματουργών εικόνων της Παναγίας.
Στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικάνορος την Παναγία Τριχερούσα και τη Φοβερά Προστασία, στον Ιερό Ναό των Αγίων Πάντων την Παναγία την Πορταΐτισσα, στον Ιερό Ναό του Αγίου Νεκταρίου Άργους Ορεστικού την Παναγία την Κεχαριτωμένη κ.α.
Αυτές τις συνάξεις της Θεοτόκου, όπως και άλλες τιμούσε είτε με αγρυπνίες τις οποίες πολλές φορές ετοίμαζε ο ίδιος, είτε με λιτανείες.
Επιθυμούσε διακαώς αλλά δεν πρόλαβε να θεμελιώσει έναν ναό αφιερωμένο στην εορτή του Ευαγγελισμού και έναν ακόμη αφιερωμένο στην εορτή της Υπαπαντής.
Ένα από τα μεγάλα έργα της ζωής του, και ταυτόχρονα μία πολύτιμη παρακαταθήκη που άφησε στις κατοπινές γενεές, είναι η ανάδειξη των νέων αγίων που κατά τους τελευταίους αιώνες έζησαν και έδρασαν στην περιοχή της Ιεράς Μητροπόλεως Καστορίας, αρχής γενομένης από την διαδικασία της αγιοκατατάξεώς τους από το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Και σήμερα είναι στα πέρατα της Οικουμένης γνωστοί και τιμώνται όπως αρμόζει: η Οσία Σοφία της Κλεισούρας, ο άγιος ιερομάρτυς Βασιλείος ο Καστοριεύς, ο άγιος ιερομάρτυς Πλάτων, οι άγιοι νεομάρτυρες Μάρκος, Γεώργιος, Ιωάννης και οι συν αὐτῶ.
Μάλιστα η αγιοκατάταξη των τελευταίων έγινε μόλις πριν ενάμιση χρόνο, τον Οκτώβριο του 2019. Μετά απ’ όλα τα παραπάνω, είναι δυνατόν οι τοπικοί μας άγιοι να μην πρεσβεύουν για την ανάπαυση της ψυχής του;
Είναι δυνατόν, οι άγιοι τους οποίους τόσο τιμούσε και ευλαβούνταν να μην τον παρουσιάσουν μπροστά στον θρόνο του Εσφαγμένου Αρνίου;
Είναι δυνατόν η Παναγία να μην ψιθυρίσει στο αυτί του Υιού της ότι κάθε βράδυ της απηύθυνε τους χαιρετισμούς μπροστά στο ιερό εικόνισμά της με τις πολλές ακοίμητες κανδήλες στο παρεκκλήσι του επισκοπείου;
Ο μακαριστός επίσκοπός μας ο οποίος αγαπούσε την εὐπρέπειαν τοῦ οἴκου Του, έτρεφε ιδιαίτερη φροντίδα για όλους τους ναούς ιδιαίτερα όμως για τον καθεδρικό ναό.
Τα είκοσι τέσσερα τελευταία χρόνια το σκευοφυλάκιο του ναού γέμισε με ιερά σκεύη: δισκοπότηρα, ασημένια και χρυσά – καθώς έλεγε «ότι για τον Χριστό πρέπει να διαθέτουμε τα καλύτερα και ό,τι πολυτιμότερο»-, ευαγγέλια περίτεχνα, κηροπήγια, κανδήλες, πουκάμισα στις ιερές εικόνες, λάβαρα, ποτηροκαλύμματα , «αέρες» , πολύτιμα άμφια Αγίας Τραπέζης και τέμπλου, λειψανοθήκες, θυμιατά κ.α.
Δεν θα υπερβάλαμε καθόλου εάν λέγαμε ότι ο μακαριστός Ποιμενάρχης μας συγκαταλέγεται στους κτίτορες του καθεδρικού ναού καθώς τον ανακαίνισε σχεδόν εξ΄ολοκλήρου αφήνοντας ανέπαφους μόνο τους τοίχους.
Η αμέριστη συμπαράσταση και ανακούφιση του πάσχοντος Ανθρώπου, είναι μία ακόμη πτυχή της διακονίας του Μητροπολίτου μας κυρού Σεραφείμ. Μπορούμε να αναφέρουμε αυτά που όλοι γνωρίζουν, και μπορούν να δουν με τα μάτια τους: Το Γενικό Φιλόπτωχο Ταμείο και τα αντίστοιχα ενοριακά, το Ταμείο Υποτροφιών, την Τράπεζα Αγάπης, την Τράπεζα Τροφίμων, την Τράπεζα Αίματος, την Υπηρεσία Συμπαραστάσεως ατόμων με ειδικές ανάγκες, την Σχολή Βυζαντινής Μουσικής, τα Κατηχητικά Σχολεία, τις Κατασκηνώσεις κ.λ.π.
Αλλά ίση ή και μεγαλύτερη αξία έχουν τα έργα που δεν φαίνονται, οι περιπτώσεις που ο ίδιος προσωπικά φρόντισε, περίθαλψε, ανακούφισε, κατεύθυνε, συμβούλευσε και βοήθησε υλικά ανθρώπους που ζήτησαν την βοήθειά του.
Αυτές οι περιπτώσεις είναι αμέτρητες, θα μείνουν για πάντα άγνωστες σε εμάς, γνωστές όμως στον Παντογνώστη Θεό και στους παντοιοτρόπως ευεργετηθέντες από τον Δεσπότη μας.
Πολύ εύστοχα ο υμνογράφος Χαράλαμπος Μπούσιας σε προγενέστερο σχετικό με το θέμα μας άρθρο γράφει ότι ο μακαριστός Μητροπολίτης Καστορίας κυρός Σεραφείμ φεύγει για την άλλη ζωή με τα χέρια γεμάτα.
Ένας εκκλησιαστικός άνδρας αυτού του βεληνεκούς και παιδείας, δεν θα μπορούσε να μην είναι και πατριώτης, με την έννοια του ανθρώπου που αγαπά την πατρίδα του και επιδιώκει το καλό της.
Δεν γεννήθηκε στην Μακεδονία, αλλά την αγάπησε τόσο πολύ. Δικαίως ο μελλοντικός ιστορικός θα τον θεωρήσει ως έναν γνήσιο υπερασπιστή των δικαίων της Μακεδονίας και του Έθνους.
Δεν γινόταν να είναι αμέτοχος των προβλημάτων και των προκλήσεων του ποιμνίου του. Δεν θα μπορούσε να μην σκύβει πάνω στα σύγχρονα προβλήματα της ζωής, της κοινωνίας και της Εκκλησίας.
Αυτά τον οδήγησαν σε προβληματισμούς, τους οποίους κατά καιρούς κοινοποιούσε μέσα από τα άρθρα του στον Τύπο.
Στο τελευταίο από αυτά ((με ημερομηνία 3 Δεκεμβρίου 2020), σαν να προαισθανόταν το βιολογικό του τέλος έκλεισε με τα παρακάτω λόγια και σταμάτησε να γράφει για πάντα η ασταμάτητη πένα του Μητροπολίτου Καστορίας κυρού Σεραφείμ:
Προβληματίζομαι, αλλά ελπίζω!
Προβληματίζομαι, αλλά δεν απελπίζομαι!
Προβληματίζομαι και αναμένω……..
«Καὶ ἐτελεύτησεν Μωυσῆς οἰκέτης Κυρίου ἐν γῇ Μωὰβ διὰ ῥήματος Κυρίου […] οὐκ ἠμαυρώθησαν οἱ ὀφλαλμοὶ αὐτοῦ, οὐδὲ ἐφθάρησαν τὰ χελύνια αὐτοῦ».
Σεραφεὶμ τοῦ Σεβασμιωτάτου καὶ θεοπροβλήτου Μητροπολίτου τῆς ἁγιωτάτης Μητροπόλεως Καστορίας, Ὑπερτίμου καὶ Ἔξάρχου Ἄνω Μακεδονίας, ἡμῶν δὲ πατρὸς καὶ Ποιμενάρχου, αἰωνία ἡ μνήμη.
Υιϊκής ευγνωμοσύνης ένεκεν
Αρχιμ. Στέφανος Σχοινάς, Προϊστάμενος Ιερού Μητροπολιτικού Ναού Κοιμήσεως της Θεοτόκου Καστοριάς {3 / 2 / 2021}
Σημείωση - άποψη του Γ. Τ. Αλεξίου.
Λίαν προσοντούχος επίσκοπος, όμως άτυχος ως άνθρωπος και πολύ άτυχος ως Μητροπολίτης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου