Κείμενο Φώτη Σ. Βίττη.
Φτερωτός καβαλάρης ο ακούραστος και ακοίμητος
λογισμός μας πηδάει την πεζή μάντρα της μονότονης καθημερινότητας, προσπερνάει
το βαθύ των παιδικών μας αναμνήσεων σκοτάδι και τρέχει καλπάζοντας να αναζητήσει
και να ζωντανέψει περιστατικά και ενθυμήματα συνυφασμένα με τον ακριβό και
απαλό φλόκο μιας περασμένης εποχής.
Την ώρα που μικρά άπραγα παιδιά
ακόμα προσμέναμε, οι περισσότεροι με φόβου χτυποκάρδι και ελάχιστοι μονάχα με
αδιαφορία ή ίσως και χαρά, στις σχολικές μας αίθουσες, τον ερχομό των δασκάλων
με τον μαθητικό κατάλογο και την ανεπιθύμητη ψιλοκρανένια βέργα στο χέρι,
κυκλοφορούσε ξαφνικά, σαν χαρμόσυνο άγγελμα για μας μια λυπητερή στην ουσία
είδηση, πως θα συνοδεύαμε κι εμείς στην τελευταία του κατοικία τον Παπαδημήτρη.
Οι καμπάνες του Αγίου Μάρκου χτυπούσαν πένθιμα, λυπητερά, για να αναγγείλουν
τον χαμό μιας προσωπικότητας, μα το δικό μας χτυποκάρδι είχε μεταβληθεί σε χαρά
και γλυκανάσας ενθουσιασμό, γιατί θα γλυτώναμε το μάθημα και περισσότερο το
συνηθισμένο ίσως ξυλοκόπημα στα χέρια, ή κάπου αλλού, με την γνωστή καβαλλίτσα
Η Βλάστη Κοζάνης, το χωριό του οσίου Ιακώβου, σύμφωνα με την εκεί τοπική παράδοση. |
Από τους πιο μορφωμένους και
ζωντανούς παπάδες και δασκάλους της Βλάστης και της γύρω περιοχής, μέχρι την
Σιάτιστα και το Τσοτύλι, ο Παπαδημήτρης Γεωργιάδης, είχε αποφοιτήσει με άριστα
από το ιστορικό Γυμνάσιο Τσοτυλίου και παρακολούθησε και δυο χρονών σπουδές με
το Βέλλειο Κληροδότημα στην Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Μεγάλη
ήτανε η προσφορά του, όχι μονάχα στα εκκλησιαστικά και την εκπαίδευση, μα και
στον Μακεδονικό Αγώνα και μετέπειτα μέχρι την αποδημία του στον Κύριο.
Στον επικήδειο λόγο του ο
αξέχαστος δάσκαλός μας Μιχαλάκης Ιωαννίδης μίλησε για τη ζωή και τη δράση του
νεκρού σε μια πολύ όμορφη και συναρπαστική, μα δυσνόητη σε μας τους μικρούς,
καθαρεύουσα. Από τους πιο τρανούς όμως μάθαμε πως η ψυχή του Παπαδημήτρη δεν
έβγαινε εύκολα, γιατί είχε ένα οραματικό διαπληκτισμό με κάποιον νεομάρτυρα
Ιάκωβο, γιατί δεν είχε εκτελέσει μια ονειρική προσταγή και επιθυμία του να κτίσει
στη μνήμη του μια εκκλησιά μεταξύ “Χαρούμπας”, “Γιαννάκη Ράχη” και “Σκρέτα
Φαντίνα”, όπου και τα σύνορα των Μητροπόλεων Σισανίου - Σιατίστης, Καστοριάς
και Φλώρινας. Ύστερα όμως από διαβεβαίωση των παρισταμένων και περισσότερο του
γιού τού ετοιμοθάνατου, γνωστού και άριστου ψάλτη Ανδρέα, ότι θα γίνει η
επιθυμία του, παρέδωσε το άγιό του πνεύμα. Ήταν, όπως λέγει ο θρύλος και η
παράδοση, μα όπως πληροφορούμαστε και από πλούσια μοναστηριακή βιβλιογραφία,
καθώς και από το Λεξικό των Νεομαρτύρων (Ι.Μ. Περαντώνη 1972) και ο σπουδαίος αυτός Βλατσιώτης Νεομάρτυρας
Ιάκωβος ένας από κείνους που όχι μονάχα τίμησαν το όνομα της Βλάστης της
Μακεδονίας και γενικά της ρωμιοσύνης, μα υπέστησαν και τον πιο μαρτυρικό, για
την θρησκεία και την Ελληνική ιδέα, θάνατο και απετέλεσε τον πρόδρομο και του
μετέπειτα Πατροκοσμά (Κοσμά Αιτωλού).
Σχεδιαστική απεικόνιση του οσίου Ιακώβου στην προμετωπίδα της εφημερίδας "Ο Γέρμας". |
Βρισκόμαστε γύρω στα 1500. Οι
Τούρκοι με τις διώξεις, τις αρπαγές, τους γενιτσαρισμούς και τις θανατώσεις
είχαν διώξει όλον τον καλόν κόσμο από τον κάμπο στην εξορία και στα βουνά.
Μικρό τσομπανόπουλο ο Ιάκωβος
έβοσκε το πατρικό του κοπάδι εκεί στου Μουρικιού τις πλαγιές, μέχρι τα
“Ακόνια”, τη “Μαύρη Πέτρα” (: περιοχές που ανήκουν στον Γέρμα Καστοριάς) και
την “Κρασάτα” (: περιοχή που ανήκει στην Κλεισούρα Καστοριάς). Γι’ αυτό ίσως
τον θέλαν οι διάφοροι από χωριό της Καστοριάς καταγόμενο. Πανέξυπνο παιδί ο
Ιάκωβος, μα τα ενδιαφέροντα του περιορίζονταν στο να μιλάει με τα δένδρα, να
προσεύχεται και να εκδηλώνει τους στοχασμούς και τους πόνους του στης γλυκιάς
φλογέρας του τον σκοπό.
Ο μεγαλύτερος αδελφός του τον
ζήλευε για τα χαρίσματα και τις χάρες του, και μια μέρα, για να τον εκδικηθεί,
τον κατήγγειλε στους Τούρκους, πως βρήκε ένα μεγάλο θησαυρό και τον έκρυβε. Οι
Τούρκοι κινητοποιήθηκαν να τον συλλάβουν, μα αυτός κατάφερε να ξεφύγει και να
καταφύγει, με χίλια βάσανα, στην Πόλη. Στην Κωνσταντινούπολη κατόρθωσε, σε λίγο
χρονικό διάστημα, κάνοντας το ζωέμπορο, να απόκτησει μεγάλη περιουσία. Όμως
μέσα του καίει η άσβηστη φωτιά και το πάθος για μόρφωση και εθνική και
χριστιανική δράση. Μαζεύει έτσι μια μέρα όλο του το χρυσάφι και με το πρώτο
πλεούμενο μπαρκάρει για το Άγιον Όρος.
Παλαιός ιερός ναός στη Βλάστη. |
Εκεί παραδίδει στο κεντρικό
Ηγουμενείο όλο του το χρυσάφι με αντάλλαγμα την υποχρέωση να τον μορφώσουν. Το
μυαλό του Ιακώβου ξυράφι. Σε λίγα χρόνια αποκτάει καταπληκτική μόρφωση. Παίρνει
τότε, μετά και την χειροτονία του, τρεις άλλους καλόγερους μαζί του και τραβάει
για τον Έπαχτο, μια και στη γενέτειρά του την Βλάστη δεν μπορούσε να
επιστρέψει. Εκεί όμως, λόγω της μεγάλης του διδακτικής και διαφωτιστικής του
δράσης, καταγγέλλεται στις τουρκικές αρχές και συλλαμβάνεται. Τον οδηγούν
σιδηροδέσμιο στα Τρίκαλα και κλείνεται στις φυλακές. Με την βοήθεια όμως
Βλατσιωτών κτηνοτρόφων και φίλων του πατέρα του, ύστερα από φυλάκιση σαράντα
ημερών, κατορθώνει να δραπετεύσει με τους δύο συντρόφους και συνεργάτες του και
κατευθύνεται στη Βλάστη. Δεν μπαίνει καθόλου στο χωριό, μα τραβάει στη στάνη
την πατρική του στο Μουρίκι, όπου αυτοσυγκεντρώνεται, χτίζει την καμένη από
τους Τούρκους εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα και καθημερινά τελεί εκεί την
Θεία Λειτουργία και προσεύχεται για την ανάσταση του δουλωμένου γένους. Από τότε
και μέχρι τα τελευταία χρόνια, όταν οι παπάδες της Βλάστης λειτουργούσαν εκεί
μνημόνευαν και το όνομα του οσιομάρτυρος Ιακώβου.
Το φύλλο της εφημ. "Ο Γέρμας" όπου προδημοσιεύτηκε το παρόν κείμενο (αριθ. 11, 7ος-9ος 1977). |
Άνθρωποι κακοί όμως φθονούν το
μεγαλείο και την μορφωτική του ανωτερότητα και τον καταγγέλλουν και πάλι στους
Τούρκους. Έτσι το τουρκικό καρακόλι (αστυνομία) τον πιάνει ένα βράδυ, την ώρα
που κοιμόταν στην στρούγκα του πατέρα του. Αλυσοδεμένο τον μεταφέρουν στην
Ανδριανούπολη μαζί με τους δύο άλλους συντρόφους του. Συμπτωματικά βρισκόταν
εκεί και ο σουλτάνος Σελίμ. Ο Σελίμ μόλις αντίκρισε τον όμορφο και πανέξυπνο
καλόγηρο, κατενθουσιάστηκε. Του ζήτησε μάλιστα να αλλαξοπιστήσει με την
υπόσχεση να του δώσει μεγάλα αξιώματα. Ο Ιάκωβος όμως αρνείται θαρραλέα να
αλλάξει την πίστη του και προτιμά το απερίγραπτα βασανιστήρια και τον θάνατο
στην αγχόνη, την 1η Νοεμβρίου 1520.
Το λείψανα του νεομάρτυρος Ιακώβου βρίσκονται
ακόμα στο μοναστήρι της Αγίας Αναστασίας της φαρμακολύτριας. στην Χαλκιδική,
και έχουν θαυματουργική χάρη.Πότε άραγε θα πραγματοποιηθεί η ανεκπλήρωτη
επιθανάτια οραματική προσταγή και επιθυμία του Παπαδημήτρη, να μεταφερθούν τα
λείψανα στη Βλάστη και μάλιστα στον τόπο που συνελήφθηκε και να τοποθετηθούν σε
μια καινούργια εκκλησία, ώστε τα βράδια, τα μεσάνυχτα και τα χαράγματα ακόμα,
να ησυχάζουν και ν’ ακούν το αγιοψαλτικό εκείνο νανούρισμα που απολαμβάνουν
όλοι όσοι κοιμούνται στον τόπο εκείνο;
Ο μοναστηριακός ναός του Αγίου Παντελεήμονα Βλάστης Κοζάνης. |
Σημείωση 1: Το παρόν κείμενο περί του βίου
του οσίου Ιακώβου του εκ Καστορίας, αποτελεί καταγραφή λαϊκής παράδοσης κατοίκων
της Βλάστης Κοζάνης. Πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Σάλπιγξ της
Ορθοδοξίας", της I. Μητροπόλεως Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας,
αναδημοσιεύτηκε δε στην εφημερίδα “Ο Γέρμας”, αριθμ. φύλλ. 11, Ιούλιος – Σεπτέμβριος
1997, σελ. 1,6.
Σημείωση 2: Μέρος της τιμίας κάρας του Αγίου
Ιακώβου βρίσκεται στο Μητροπολιτικό Ναό Καστοριάς.
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ. Δυστυχώς, η Καστοριά δεν
αξιώθηκε έως σήμερα να αποκτήσει ιερό ναό αφιερωμένο στο άγιο τέκνο της, τον
νεομάρτυρα όσιο Ιάκωβο. Ευχόμαστε κι ευελπιστούμε να γίνει αυτό, με τη βοήθεια
του Θεού, στο προσεχές μέλλον.
Ο Γέρμας Καστοριάς και αριστερά στο βάθος το βουνό Μουρίκι (υψ. 1703 μ.), όπου έβοσκε τα πρόβατά του ο όσιος Ιάκωβος. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου